ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΣΚΩΝ
GOLDFRAPP
Seventh tree

Μερικούς δίσκους τους έχεις ακούσει τόσο πολύ που έχεις την αίσθηση ότι κάποτε στο παρελθόν περπάτησες στο δρόμο με τους δημιουργούς τους, έφαγες στο ίδιο εστιατόριο με την τραγουδίστρια ή πήγες στρατό με τον συνθέτη. 'Εχει συμβεί στο γράφοντα με τους τρεις πρώτους δίσκους των Goldfrapp, ειδικά τα "Felt mountain" του 2000 και το "Supernature" του 2005.
Εν έτει 2008, έρχεται το "Seventh tree" σαν την πιο αδέξια αφορμή παρεξήγησης: Οδηγείς, τρως, κοιμάσαι, συνέρχεσαι από μεγάλα φαγοπότια, ξενυχτάς ή ξημερώνεσαι ακούγοντάς τον και το αποτέλεσμα είναι συνεχώς είτε ανία είτε αμηχανία. Εδώ οι Goldfrapp επιχειρούν μια στροφή στην folk pop, ρίχνοντας όλα τα πιάνα, τις ακουστικές κιθάρες, τα βιολιά και τα τσέλα στην πίστα, προφανώς αποζητώντας την πρωτοτυπία.
Δεν είναι η πρώτη 'απότομη' στροφή στην πορεία τους, αλλά όποιος, πέντε χρόνια αργότερα, υποστηρίξει ότι το electro glitter του "Black Cherry" ήταν παράταιρο στο στυλ τους – και τελικά στραβοπάτημα – μάλλον ήταν υπερβολικά προσηλωμένος στις Morricon-ικές αναφορές του ντεμπούτου τους. Οι Goldfrapp τότε έβγαζαν μια φρεσκάδα, μια αιχμή καινοτομίας. Τώρα, ακούγονται ανησυχητικά σαν Suzanne Vega σε διακοπή ρεύματος, σαν Saint Etienne χωρίς χάρη, σαν αφηρημένη Beth Orton, σαν Air χωρίς reverb.
Το "Seventh tree" παρουσιάζει πολλαπλά προβλήματα σε πολλούς τομείς: η Alison ακούγεται σαν οποιαδήποτε άλλη, οι ενορχηστρώσεις είναι άνευρες και διεκπεραιωτικές, οι μελωδίες έχουν πάει περίπατο και η σειρά των τραγουδιών είναι απίστευτα άστοχη. Το "Clowns" δεν είναι το εντυπωσιακό ξεκίνημα (παρόλο που συχνά δεν χρειάζεται να είναι, εξάλλου ακούγεται σχετικά αξιοπρεπές), αλλά η συνέχεια με τα "Little bird" και "Happiness" είναι νυσταλέα. Ευτυχώς έρχεται το "Road to somewhere" να βάλει κάπως τα πράγματα στη θέση τους, χωρίς όμως και πάλι να σώζει την κατάσταση, αφού τα "Eat yourself" και "Some people" προκαλούν και πάλι αφόρητη βαρεμάρα.
Το single "A&E", σαν επιλογή μέσα στο σύνολο, αποδεικνύει την έλλειψη σαφούς προσανατολισμού. Πρόκειται για ένα απλό pop τραγούδι χωρίς χαρακτήρα και χωρίς κορύφωση – κάτι που οι Goldfrapp επιχειρούν τεχνιέντως σε πολλά tracks καταλήγωντας σε ένα στημένο αποτέλεσμα, σαν να έπρεπε να κάνουν κάτι για να τονώσουν τη σύνθεση που είχε κουραστεί.
Το λάθος του track listing φαίνεται όταν, στο τέλος του άλμπουμ, ξεπροβάλλουν μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια του: το 'παριζιάνικο' á-la "Felt Mountain" "Cologne Cerrone Houdini" και το (απροσδόκητα) κεφάτο "Caravan girl", ενώ τρώμε τη χαριστική βολή με το παντελώς αδιάφορο "Monster love", το οποίο μάλιστα κόβεται σαν να μας διώχνουν για να καθαρίσουν την αίθουσα.
Δυσκολεύομαι να κατανοήσω τους διθυράμβους των κριτικών για το "Seventh tree". Επί οκτώ χρόνια περπατούσα μαζί τους στον δρόμο και έτρωγα στο ίδιο εστιατόριο με την Alison. Τώρα, βλέπω τους Goldfrapp να στρίβουν στη γωνία και τρέχω να τους προλάβω, γιατί αλλιώς δεν θα τους ξανασυναντήσω.
Ηλίας Μαλασίδης
ADLINKS
-
Athens24.com (English Version)
Discover the No. 1 Guide for Athens
http://www.athens24.com
Last News
Next News