Tuesday, 30 April 2024
14
04
2024
Αυτή η κίνηση αναδεικνύει τη σημασία που αποδίδεται στην εκπαίδευση και τη γνώση ως πυλώνες προόδου και πολιτισμού στη νεοσύστατη ελληνική κοινωνία της εποχής. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών, με την ίδρυσή του, απέκτησε τον ρόλο του κέντρου πνευματικής αναζήτησης και εκπαίδευσης, προσφέροντας στους φοιτητές τη δυνατότητα να εξερευνήσουν τη γνώση σε διάφορους τομείς, από τις ανθρωπιστικές επιστήμες μέχρι τις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία. Η ίδρυση του Πανεπιστημίου αποτέλεσε ένα βήμα προς τη δημιουργία μιας εκπαιδευτικής υποδομής που θα υποστήριζε την ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής επιστήμης. Με τον περασμένο χρόνο, το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει αναδειχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους πανεπιστημιακούς θεσμούς στην Ελλάδα και έναν από τους πιο αναγνωρισμένους στον κόσμο. Με την πάροδο του χρόνου, το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει εξελιχθεί και διευρύνει το φάσμα των σπουδών και των ερευνητικών του δραστηριοτήτων, ενισχύοντας την παρουσία του στον τομέα της εκπαίδευσης και της έρευνας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ίδρυσή του σηματοδοτεί την αρχή μιας μακράς και πλούσιας πορείας προς την προώθηση της γνώσης και του πνεύματος ελευθερίας στην Ελλάδα και πέραν αυτής.
more
08
04
2024
Όπως αναφέρει η εταιρεία, από την ίδρυσή του το 1874, το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, μέλος σήμερα της Luxury Collection, αποτελεί τη ναυαρχίδα της ελληνικής φιλοξενίας, γράφοντας, παράλληλα με την εξέλιξη της Αθήνας, τη δική του ιστορία διαχρονικής κομψότητας. «Ως ένα από τα ελάχιστα ξενοδοχεία παγκοσμίως με 150 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας, έχει κατακτήσει τον τίτλο του ορόσημου για την αθηναϊκή κοινωνία και η φήμη του ως αγαπημένου οικοδεσπότη για αρχηγούς κρατών, βασιλείς και σημαντικές προσωπικότητες, παραμένει αναλλοίωτη μέσα στο χρόνο». Με αφορμή την επέτειο για τα 150 χρόνια, ένα σύνολο από εκδηλώσεις έχουν ξεκινήσει και είναι σε εξέλιξη αναδεικνύοντας  τη διαχρονική θέση του ξενοδοχείου ως κορυφαίου συμβόλου φιλοξενίας που φωτίζει τις αθηναϊκές νύχτες και μέρες. Για την ιστορική πορεία της Μεγάλης Βρετανίας έχουν δει το φως της δημοσιότητας και έχουν γραφτεί πληθώρα κειμένων από ιστορικούς δημοσιογράφους, επισκέπτες, πολιτικούς και καλλιτέχνες. Δύο όμως ιστορικές μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί στον Τύπο της εποχής έχουν ξεχωριστή σημασία για ένα ιδιαίτερο λόγο. Πρόκειται για την αναφορά στην ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας από τον Μίλτο Γ. Λιδωρίκη, θεατρικό συγγραφέα, σκηνοθέτη θεάτρου, δημοσιογράφο και πολιτικό της γενιάς του 1890, οι αναμνήσεις του οποίου καταγράφηκαν στην εφημερίδα Ασύρματος και αποτέλεσαν τη βάση για την έκδοση του βιβλίου "Μίλτος Λιδωρίκης - Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ" (Εκδόσεις Polaris). Καθώς και η καταγραφή του γιού του Μίλτου Λιδωρίκη,  Αλέκου Λιδωρίκη επίσης δημοσιογράφου και θεατρικού συγγραφέα, αρκετά χρόνια αργότερα στο περιοδικό «Εικόνες» με αφορμή των εορτασμό τότε των 100 χρόνων του ξενοδοχείου. Οι συγκεκριμένες μαρτυρίες, ειδικά του Μίλτου Λιδωρίκη ξεχωρίζουν για ένα λόγο: Απέναντι από το μεγάλο μπαλκόνι της διώροφης  οικίας της οικογένειας Λιδωρίκη όπου μεγάλωσε, κτισμένης το 1840, Μέγαρο για την εποχή του, με τα δέκα παράθυρα, βρισκόταν το οίκημα που στεγάζει και σήμερα το ιστορικό ξενοδοχείο. «Απέναντι από το σπίτι μου», θα μπορούσε ο ίδιος ο συγγραφέας να πει σαν αναφερόταν στο μέγαρο της «Μεγάλης Βρετανίας» και θα ακριβολογούσε, αναφέρει ο συγγραφέας Γιώργος Χατζηδάκης, σε σχόλιο του σε λεζάντα φωτογραφίας στο βιβλίο του Μ. Λιδωρίκη. Η ιστορική πορεία - Ο Σάββας Κέντρος και ο Ευστάθιος Λάμψας Γράφει ο Μίλτος Λιδωρίκης στα απομνημονεύματα του με ορμητήριο το πατρικό του σπίτι: «Ακλόνητον θεμέλιον, το ξενοδοχείον «Μεγάλη Βρετανία». Από τα πρώτα έτη της κοινωνικής ζωής μου ενθυμούμαι το ξενοδοχείον αυτό, το οποίον δέκα και τέσσαρα χρόνια προτού δω το φως της ημέρας ίδρυσεν ο Σάββας Κέντρος σ' ένα σπίτι κοντά στο σημερινό Mέγαρο της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος - όπως κατόπιν άκουσα να το λένε. Σε κάθε περίσταση που ο εκπολιτιστικός αυτός παράγων του τόπου εδείκνυε την αλματικήν του πρόοδον.   Μετά ολίγα έτη, ο Κέντρος, προβλέπων ότι το μέρος που είχε το ξενοδοχείον του δεν ήτο το κατάλληλον διά να λάβει την εξέλιξιν που ονειρευόταν να του δώσει, το μετέφερεν όπου σήμερον το «Μέγα Ξενοδοχείον», γωνία οδών Σταδίου και Καραγιώργη. Aλλά εις την θέσιν αυτήν δεν έμεινε παρά ολίγα χρόνια, διά να μεταφερθεί εις το θαυμάσιον κτίριον που βρίσκεται σήμερα, στην οδό Γεωργίου του Α΄.  Το Μέγαρον της «Μεγάλης Βρετανίας» εκτίσθη από έναν Έλληνα ξυλέμπορον εκ Τεργέστης, τον Αντώνιον Δημητρίου ή Λήμνιον.  Κατόπιν το αγόρασε ο εκ Σμύρνης ομογενής Πέτρος Κλάδος. Tο ξενοδοχείον της «Μεγάλης Βρετανίας», με το εξαιρετικό εστιατόριό του το ξέρω καλά από του έτους 1886, στο πρωτό βγαλμά μου στη ζωή, όταν είχεν ήδη συνδιευθυντήν και συνέταιρον τον Ευστάθιο Λάμψαν, τον αξέχαστον σ' όσους τον εγνώρισαν κυρ Στάθην, επί το χαϊδευτικότερον». Γνωρίζοντας την «Μεγάλη Βρεταννία» ως παιδί «Tη «Μεγάλη Βρετανία», αναφέρει ο Μίλτος Λιδωρίκης που έζησε όσο λίγοι Αθηναίοι της αντιφατική Αθήνα της Μπελ Επόκ, την εγνώρισα όχι ως πελάτης. η ηλικία και τα μέσα μου δεν μου επέτρεπαν να καλοκαθίσω στην τραπεζαρία της την εγνώρισα από μακριά αλλά καλά.  Tην εγνώρισα από συγγενείς μας διαμένοντας στην Μασσαλία και στην πόλη, που όταν ήρχοντο στας Αθήνας έμεναν εκεί. Στο ρεστοράν της τότε «Μπρετάνιας», όπως την έλεγαν, έφαγα νεαρούλης, αλλά σε τραπέζια που οι αξέχαστοι και εξαίρετοι εθνικοί δημιουργοί του μεγάλου ελληνισμού εν Κωνσταντινουπόλει και συγγενείς της μητρός μας, Λεωνίδας Ζαρίφης και Έυστ. Έυγενίδης, μας καλούσαν συχνά οικογενειακώς [...] Την εξέλιξη της «Μπρετάν», όπως την ακούμε σήμερα, την ακολούθησα βήμα προς βήμα και ξέρω καλά την αφοσίωση σε αυτήν του Ευσταθίου και της Παλμύρας Λάμψα, και κατόπιν των σήμερα διοικούντων το απέραντον ξενοδοχείον, το ίσον προς τα άριστα της Ευρώπης, ανώτερον δε πολύ των καλυτέρων της. Ο Στάθης Λάμψας, ακούραστος στην πραγματοποίηση του ωραίου ονείρου του να πλουτίσει την πρωτεύουσα με ξενοδοχείον σαν τα παγκοσμίως ανεγνωρισμένα, το επεξέτεινε, αγοράσας την παρακειμένην προς την οδόν Πανεπιστημίου πλευράν του παλαιού μεγάρου, οικία του Ρήγα Παλαμήδη. Ολίγον παρακάτω και άντικρυ, ευρίσκετο το σπίτι μας. από το μπαλκόνι του οι γονείς μας πολλές φορές μάς έδειχναν το σπίτι του Παλαμήδη, γιατί αι δύο οικογένειαι ήσαν ιστορικώς, πολιτικώς και κοινωνικώς πολύ συνδεδεμέναι στα χρόνια τα προκαι μετά την Επανάσταση του 1821. Τις καλοκαιρινές βραδιές, όταν το απόγευμα μετά τη δύση του ηλίου βγαίναμε για να καθίσουμε στο μεγάλο και πρωτοφανές για την εποχή εκείνη μπαλκόνι του σπιτιού μας, οι γονείς μας δείχνοντας το απέναντι αρχοντικό του Παλαμήδη, μας μάθαιναν ιστορία του τόπου.» «Ο Λάμψας πρέπει να θεωρείται μια ειδική προσωπικότης» Στην πολύτιμη μαρτυρία του για την μεταμόρφωση της Αθήνας σε μεγαλούπολη γράφει ο Μ.Λιδωρίκης:«Η επέκτασις του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρετανίας» περιελάμβανε νέας αιθούσας δεξιώσεων και νέον εστιατόριον. από της εποχής της διευθύνσεως του Λάμψα η «Μεγάλη Βρετανία» έγινε το ωραιότερο, ευχαριστότερο και πολιτισμένο κέντρον όχι μόνον των Αθηναίων αλλά και όλων των ξένων που ήρχοντο στας Αθήνας και που έφευγαν με τας αρίστας των αναμνήσεων, χωρίς και να παραλείπουν να δημοσιεύουν στον εξωτερικό ημερήσιο και περιοδικό τύπο τας εντυπώσεις των. Έις τα γραφεία του Λάμψα συνεκεντρούντο κάθε μέρα οι εκλεκτότεροι πολιτικοί και οι αριστείς των γραμμάτων.  Αι αναμνήσεις μου για την «Βρετανία» είναι πλουσιόταται και ποικίλλουν κατά τους διαφόρους σταθμούς της ζωής μου.  Ο Λάμψας πρέπει να θεωρείται μια ειδική προσωπικότης, και τότε που ούτε κατά φαντασίαν υπήρχαν τουρισμός και προπαγάνδα για την Έλλάδα, το ξενοδοχείον «Μεγάλη Βρετανία» με την διεύθυνσήν του αντικαταστούσε και τα δύο και έκανε όσους περνούσαν και έμεναν για λίγο στην Αθήνα να φωνάζουν ότι είμαστε πολιτισμένοι άνθρωποι. Τον Λάμψα ζήτησαν πολλές φορές να τον πείσουν να πολιτευθεί. Έκείνος όμως, δημιούργημα του εαυτού του, πρωταθλητής στον αγώνα της επιδείξεως των ωραίων και αξίων του τόπου μας, πάντοτε ηρνήθη, φροντίζων αυτός ν' αντικαθιστά πολλές φορές το κράτος και τους άλλους οργανισμούς εις το να παρουσιαζόμεθα αξιοπρεπείς και φιλόξενοι. Έις τη «Μεγάλη Βρετανία» κατέλυσαν όλαι αι ξέναι προσωπικότητες της διπλωματίας, της πολιτικής, των γραμμάτων, των τεχνών [...] Έις την «Βρετανίαν» εδόθησαν και δίδονται τα πλουσιότερα και επισημότερα γεύματα, πολλά δε από αυτά κατά το παρελθόν τα προσέφερεν ο ίδιος ο Λάμψας [...] Η εκτίμησις τους ζεύγους Λάμψα προς τους εργάτας του πνεύματος και των τεχνών εξεδηλώθη διά του αγαθοεργού και φιλανθρωπικού ιδρύματός των «Ευγηρίας πρόνοια», που εις αυτόμερικοί συγγραφεί . και καλλιτέχναι έκλεισαν τα μάτια τους ήσυχα και αξιοπρεπώς και άλλοι παραμένουν χωρίς να στερούνται. Μερικοί από εμάς έχουμε ως παρηγοριά τη σκέψη ότι εάν κανείς δεν μας φροντίσει αδυνάτους, πτωχούς, ζώντας μόνον με τις αναμνήσεις μας, αι θύραι του σπιτιού που θεμελίωσεν η φροντίδα του Στάθη και της Παλμύρας Λάμψα θα μας ανοιχτούν, σαν τελευταία αγκαλιά, διά την αφανή πλέον προσωπικότητά μας. Αρκετά χρόνια αργότερα ο γιός του Μίλτου Λιδωρίκη, ο Αλέκος Λιδωρίκης, με αφορμή τότε τα 100 χρόνια από την λειτουργία του ξενοδοχείου, καταγράφει με γλαφυρότητα και νοσταλγία σε τρείς συνέχειες στις «Εικόνες» στιγμές  που έζησε και άκουσε για το ξενοδοχείο με τίτλο «Θρύλοι και ιστορία στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία». Γράφει μεταξύ άλλων «Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Αν μπούμε στα επιχειρηματικά , στα δαιδαλώδη παρασκήνια των πρώτων εξελίξεων, δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Ουσία: Ο Κέντρος έχει την πρωτοβουλία, στήνει την πρώτη - με σοβαρά υπόβαθρα - δουλειά, αλλά δεν έχει ιδέα από την τέχνη της! Χρειάζεται ο ιθύνων νους, για να μπορέσει να κατευθύνει - με γνώση και κάποια πείρα - το νεότευκτο καράβι που ξεκινάει για το μεγάλο πλου.. Ποιος είναι αυτός; Ως απομηχανής Θεός έρχεται ο Ευστάθιος Λάμψας, από το Παρίσι, όπου με βασιλική υποστήριξη είχε σταλεί στην γαλλική πρωτεύουσα  για να ειδικευθεί εις την ξενοδοχειακή τέχνη [...]  Ο Λάμψας ήταν μυαλό συνθετικό, Πανέξυπνος δραστήριος, πολλά συγχρονισμένος για την εποχή του, ώθησε το τότε δειλό ακόμη, σχετικά μικρό ξενοδοχείο προς βήματα αναγνώρισης και αίγλης». Η Μεγάλη Βρεταννία σήμερα Τα ξενοδοχεία Μεγάλη Βρετανία και King George, των οποίων την λειτουργική διεύθυνση έχει η Marriott International, Inc., είναι ιδιοκτησία της Εταιρείας Ελληνικών Ξενοδοχείων ΛΑΜΨΑ ΑΕ, συμφερόντων του ομίλου Λασκαρίδη. Η Marriott International, Inc  είναι η μεγαλύτερη εταιρεία ξενοδοχείων στον κόσμο, με έδρα τις ΗΠΑ,  με 8,700 ξενοδοχεία και περισσότερες από 30 αλυσίδες σε 139 χώρες, της ιδιοκτησίας ή της διαχείρισής της. Η Marriott αποτελεί μια από τις κορυφαίες πολυεθνικές εταιρείες διαχείρισης και franchise ξενοδοχείων και τουριστικών θέρετρων.
more
Αθήνα
30
03
2024
«Ο Ερνέστος Τσίλλερ, ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του 19ου και των αρχών του 20ού, που πάντρεψε το ευρωπαϊκό με το ελληνικό πνεύμα, γιορτάζεται 100 χρόνια από τον θάνατό του και μάλιστα στο κτήριο της Ακαδημίας Αθηνών, στο οποίο συνέβαλε και ο ίδιος για να ολοκληρωθεί. Είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να ξαναμιλήσουμε για τον Ε.Τσίλλερ, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας, επειδή εδώ που βρισκόμαστε, ολόγυρά μας, υπάρχουν πολλά δικά του κτήρια, άλλα γνωστά στους περισσότερους και άλλα ελάχιστα γνωστά, που όμως είναι τυπωμένα στη μνήμα μας σαν τα χαρακτηριστικά κτήρια που σηματοδοτούν την ιστορία της πόλης μας», ανέφερε ο Παναγιώτης Τουρνικιώτης, ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ, αντιπρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής, μέλος της επιστημονικής επιτροπής της επετειακής ημερίδας «Αφιέρωμα στο έργο του Αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ», που πραγματοποιήθηκε με αφορμή τα 100 χρόνια από τον θάνατο του αρχιτέκτονα. Ο Π. Τουρνικιώτης αναφέρθηκε επίσης στην κληρονομιά του Τσίλλερ, «μια δύσκολη υπόθεση, γιατί στον 20ό αιώνα πολλές φορές απαξιώθηκε από τους πραγματικούς του κληρονόμους, δηλαδή τους κληρονόμους των σπιτιών και των δημοσίων κτηρίων που κατασκεύασε. Η επιστροφή του ενδιαφέροντος για τα κτήρια του 19ου αιώνα και η ανάδειξή τους τα τελευταία χρόνια, έχει καταστήσει τον Τσίλλερ πολιτιστική κληρονομιά για το σύνολο της κοινωνίας. Κι ενώ λοιπόν οι φυσικοί κληρονόμοι των έργων του, αλλά και του ίδιου, δεν έδειξαν πολλές φορές το ενδιαφέρον που του αναλογούσε - αλλά έτσι ήταν η εποχή, είχε άλλα ενδιαφέροντα - τώρα υπάρχει ένα συλλογικό ενδιαφέρον γι' αυτή την πολιτιστική κληρονομιά, που τη θεωρούμε δικιά μας, παρότι που ο Τσίλλερ δεν ήταν δικός μας», πρόσθεσε ο Π. Τουρνικιώτης για τον αρχιτέκτονα στον οποίον έχουν αποδοθεί εκατοντάδες κτήρια, «περισσότερα από 500 ή και από 600 έργα, αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε πόσα πραγματικά έκανε». «Πάντως έκανε πάρα πολλά. Υπάρχει ανάγκη για μια καλή έρευνα, γιατί ναι μεν ένα μεγάλο μέρος των σχεδίων του σώθηκε και βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, όμως δεν σώθηκε τεκμηριωμένο αρχείο της δουλειάς του, δηλαδή στοιχεία που να τεκμηριώνουν τι ακριβώς έκανε. Την εποχή που δούλευε πολλές φορές σε ένα κτήριο, ανακατεύονταν περισσότεροι από ένας αρχιτέκτονες. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η Ακαδημία Αθηνών κ.ά., είναι κτήρια που έχει βάλει το χεράκι του για την ολοκλήρωσή τους, αλλά δεν τα έχει σχεδιάσει ο ίδιος από την αρχή. Το ίδιο ισχύει και για το Αρσάκειο, ενώ από ένα σημείο και μετά, ο Τσίλλερ, ο οποίος ήταν πρωτοπόρος στην τυποποίηση και στην εκβιομηχάνιση των διακοσμητικών στοιχείων της αρχιτεκτονικής, ήταν εύκολο να αντιγραφεί από άλλους αρχιτέκτονες. Έτσι, ενώ στην επαρχία και στην Αθήνα θεωρούμε με σιγουριά ότι ένα κτήριο είναι έργο του Τσίλλερ, ενδέχεται σε κάποιες από αυτές τις πόλεις να μην πήγε ποτέ ο Τσίλερ», επεσήμανε ο καθηγητής. «Ο Τσίλλερ ήταν ένας ταλαντούχος αρχιτέκτονας, αλλά δεν ξέρω αν θα ήταν 'Ο' Τσίλλερ στην Ευρώπη. Δηλαδή, αυτά που έχει κάνει είναι, όχι αντίγραφα, αλλά σαφώς επηρεασμένα από τα έργα άλλων, και σε αυτά τα πολύ μεγάλα κτήρια - Ζάππειο, Βιβλιοθήκη, Ακαδημία Αθηνών - είναι βοηθός, δεν τα έχει κάνει ο ίδιος», ανέφερε η Μάρω Καρδαμίτση - Αδάμη, ομότιμη καθηγήτρια, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, μέλος της επιστημονικής επιτροπής της ημερίδας, στην οποία συμμετείχε με τίτλο ομιλίας «Ανιχνεύοντας την προσφορά του Τσίλλερ στη νεοελληνική αρχιτεκτονική». «Για μένα, τα μεσοαστικά σπίτια της Νεάπολης, του Μεταξουργείου, του Κεραμεικού κλπ., που έκανε ο Τσίλερ, αυτά που λέμε αθηναϊκό νεοκλασικισμό και εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα, είναι η μεγαλύτερη προσφορά του. Γιατί ένωσε τον μέσο αστό, τον μέσο Έλληνα με τις ρίζες του. Κι αυτό είναι το σημαντικό. Και γι' αυτό του χρωστώ εγώ πολύ ευγνωμοσύνη», πρόσθεσε η κ. Καρδαμίτση - Αδάμη. Για τη «Θεατρική αρχιτεκτονική του Tσίλλερ» μίλησε στην ημερίδα το τρίτο μέλος της επιστημονικής επιτροπής του αφιερώματος, η Eλένη Φεσσά-Eμμανουήλ, ομότιμη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, η οποία παρουσίασε εκτενώς τα τέσσερα από τα δέκα σημαντικότερα χειμερινά θέατρα της Ελλάδας, έργα του Τσίλλερ. Το μικρό και κομψό Δημοτικό Θέατρο Aπόλλων της Πάτρας (1871-72), το Δημοτικό Θέατρο Φώσκολος της Zακύνθου (1871-75), καθώς και τα δύο εκλεκτικιστικής μορφολογίας θέατρα της Αθήνας: το κακότυχο Δημοτικό Θέατρο (1872-1888) και το Bασιλικό, σήμερα Eθνικό Θέατρο (1891-1901). Αναφορά έκανε και στο βραχύβιο υπαίθριο Θέατρο των Ολυμπίων (1881-1887) στην Αθήνα, που διαμορφώθηκε με σχέδιά του. «Εκτός από τις προσωπικές ικανότητες του Ερνέστου Τσίλλερ - καλαισθησία, ευφυΐα, επιχειρηματική τόλμη, εργατικότητα, μεθοδικότητα και ταλέντο στις δημόσιες σχέσεις - καθοριστικός παράγοντας της επιτυχημένης συνάντησής του με την Eλλάδα ήταν η οικογενειακή παράδοση "των εργολάβων-αρχιτεκτόνων Ziller", οι οποίοι είχαν έδρα το προάστιο της Δρέσδης Radebeul και κύριο αντικείμενο τις μελέτες - κατασκευές κτιρίων αντίστοιχης κλίμακας με τις ελληνικές. O "εργοληπτικός" πραγματισμός και η τυποποίηση σε θέματα κτιριολογίας, μορφολογίας και κατασκευής, ήταν κυρίως εκείνα που επέτρεψαν στον ικανότατο Σάξονα να πετύχει αυτό που καμαρώνει ο τύπος της γενέτειράς του: «να χτίσει τη μισή Aθήνα» και όχι μόνο, αφού ένα μέρος του έργου του πραγματοποιήθηκε και σε άλλες ελληνικές πόλεις», πρόσθεσε στην ομιλία της η κ. Φεσσά. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Στο αδημοσίευτο έως σήμερα αρχειακό υλικό από την αλληλογραφία, τις συνεννοήσεις και τους υπολογισμούς του Ερνέστου Τσίλλερ με την ελληνική κυβέρνηση και τους υπηρεσιακούς παράγοντες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ), στο πλαίσιο της επίσημης ανάληψης του έργου της κατασκευής του, το 1889, αναφέρθηκε η 'Αννα - Βασιλική Καραπαναγιώτου, γενική διευθύντρια του ΕΑΜ, στην ομιλία της με τίτλο «Από το αύριο στην ιστορία. Ο Ερνέστος Τσίλλερ και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο». Η ανακοίνωσή της αφορούσε το αρχειακό υλικό του ΕΑΜ που σχετίζεται με την ανάληψη του έργου κατασκευής του, το οποίο παρουσιάστηκε δημόσια για πρώτη φορά. «Πρόκειται για όλη την επίσημη αλληλογραφία του Ε. Τσίλλερ με την ελληνική κυβέρνηση και τα αρμόδια υπουργεία από τη στιγμή που ανέλαβε τελικά, με την υπογραφή του Χαρίλαου Τρικούπη, τη συνέχιση των εργασιών του ΕΑΜ, το οποίο είχε μείνει ανολοκλήρωτο για πάνω από μια 20ετία», ανέφερε η κ. Καραπαναγιώτου. «Δηλαδή, μέσα από την αλληλογραφία αυτή, μέσα από τα επίσημα δημόσια έγγραφα, φαίνεται ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης αποφάσισε να αναθέσει την ολοκλήρωση της σύλληψης του ΕΑΜ στον Τσίλλερ. Είναι πολύ μεγάλο το αρχείο - και εξαιρετικά συγκινητικό - που αποκαλύπτει πτυχές της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Μπορούμε ακροθιγώς να δούμε ακόμα και τη σχέση και την υπόγεια αντιπαράθεση για την ανάθεση του έργου. Γιατί ο βασιλιάς ήθελε να το αναλάβει ο Θεόφιλος Χάνσεν, ενώ ο Τρικούπης ήθελε τον Ερνέστο Τσίλλερ. Ο Χάνσεν ποτέ δεν είχε πιστέψει ότι το έργο θα το έπαιρνε ο Τσίλλερ. Τελικά κέρδισε ο Γερμανός και νεότερος, έναντι του Δανού καταξιωμένου και μεγαλύτερου. Όλα αυτά και πάρα πολλά ακόμα, τα οποία προτίθεμαι και εύχομαι σύντομα να βγάλω σε μονογραφία, αναφέρονται στο αρχείο», σημείωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η γενική διευθύντρια του ΕΑΜ για το πολύτιμο αρχειακό υλικό των εκατοντάδων σελίδων με τα έγγραφα, τις επιστολές, τα τιμολόγια και τα ακριβή στοιχεία τα οποία συνέταξε ο ίδιος ο αρχιτέκτονας στα ελληνικά. «Για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός για την πρόσοψη του Μουσείου, αυτή που βλέπουμε και σήμερα, ήταν της τάξης των 100.000 ευρώ. Πόσο πήγε στο τέλος η κατασκευή δεν μπορώ να πω ακόμα, γιατί δεν έχω προλάβει να δω αναλυτικά όλο το αρχείο», συμπλήρωσε η κ. Καραπαναγιώτου. Θέατρο Απόλλων στην Πάτρα «Ο Ερνέστος Τσίλλερ είναι ο αναμορφωτής του τοπίου πάρα πολλών πόλεων της Ελλάδας. Μέσα σε αυτές τις πόλεις ανήκει και η Πάτρα και το Αίγιο, αλλά κυρίως η Πάτρα, στην οποία, τα σημαντικότερα κτήρια που έχουμε ακόμα και σήμερα, είτε σχεδιάστηκαν, είτε εκτελέστηκαν από τον Τσίλλερ», δήλωσε ο Θεόδωρος Λουλούδης, εκδότης της εφημερίδας «Πελοπόννησος», που συνδιοργάνωσε την ημερίδα μαζί με το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών. «Ορισμένα από τα έργα του Τσίλλερ δυστυχώς σήμερα παρακμάζουν, δεν έχουν τη φροντίδα που θα έπρεπε από τους ιδιοκτήτες τους, είτε είναι το Δημόσιο, είτε ιδιώτες. Θέλουμε λοιπόν μέσα από αυτή την ημερίδα, να ευαισθητοποιήσουμε τους κατόχους των κτηρίων αυτών, στην περίπτωση που είναι το Δημόσιο με την ευρύτερη έννοια, δηλαδή το κράτος ή οι δήμοι, να δώσουν τους πόρους που απαιτούνται για τη συντήρησή τους και στην περίπτωση που είναι ιδιώτες να βοηθηθούν, έτσι ώστε να μπορέσουν να συντηρήσουν αυτά τα κτήρια, τα οποία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να χαθούν», συμπλήρωσε ο εκδότης, ο οποίος αναφέρθηκε ειδικά στο Θέατρο Απόλλων στην Πάτρα, «ίσως το κορυφαίο παράδειγμα ενός τέτοιου κτηρίου, που έχει πολύ σημαντικό πρόβλημα. Είναι μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, είναι το μοναδικό θέατρο που έχουμε στην πόλη αυτής της ποιότητας και ήταν μέχρι πριν από λίγο ενεργό θέατρο. Ιδιοκτήτης του είναι ο δήμος Πατρέων και θέλουμε μέσω αυτού του τρόπου να ευαισθητοποιήσουμε περαιτέρω τον δήμο να το αντιμετωπίσει με καλύτερο τρόπο», επεσήμανε. Στην ημερίδα μίλησαν επίσης, μεταξύ άλλων, οι Μανόλης Κορρές, ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ, ακαδημαϊκός με τίτλο ομιλίας «Ερνέστος Τσίλλερ: μεταξύ δωρικού, ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού», Βασίλης Κ. Δωροβίνης, δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας, ιστορικός («Ο Τσίλλερ στην Πελοπόννησο και ο συνεργάτης του Πάνος Καραθανασόπουλος»), Θεμιστοκλής Μπιλής, Δρ αρχιτέκτονας («Η τέχνη του Τσίλλερ στο κτήριο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου»), Δημήτρης Φιλιππίδης, αρχιτέκτονας, καθηγητής πολεοδομίας και ομότιμος καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ («Οι τρεις συνάψεις του Τσιλλέρου»), Παναγιώτης Τουρνικιώτης («Η Διάσωση, Προστασία και Επανάχρηση της αρχιτεκτονικής του Τσίλλερ»), Ολυμπία Βικάτου, γενική διευθύντρια αρχαιοτήτων και πολιτιστικής κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού («Παρουσία του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ στην Ηλεία») και Νίκος Τριανταφυλλόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πολυτεχνικής Σχολής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, μέλος του advisory board της διαΝΕΟσις («Αναγκαιότητα μιας εθνικής πολιτικής για τα διατηρητέα κτήρια»).
more
17
11
2023
«Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει» δήλωσε ο Γιώργος Σεφέρης στις 28 Μαρτίου του 1969. Ακολούθησε (με διαφορά μικρότερη του ενός μηνός) η πολιτική αποκήρυξη των Δεκαοχτώ: «Ελεύθερη πνευματική ζωή δεν μπορεί να υπάρξει όσο υπάρχει λογοκρισία». Το 1970 οι ίδιοι θα δημοσιεύσουν τον αντιδικτατορικό τόμο «Δεκαοχτώ κείμενα», με προμετωπίδα το πολυδιαβασμένο σήμερα σεφερικό ποίημα «Οι γάτες τ' Άη Νικόλα». Μια διετία αργότερα θα κυκλοφορήσουν τα «Νέα Κείμενα» και τα «Νέα Κείμενα 2» ενώ από το 1971 και εφεξής θα ξεκινήσουν να τυπώνονται λογοτεχνικά περιοδικά με έκδηλα αντιστασιακό πνεύμα, όπως το «Τραμ» και η «Διαγώνιος» στη Θεσσαλονίκη, η «Δοκιμασία» στα Γιάννενα ή η «Συνέχεια» και οι «Σημειώσεις» στην Αθήνα. Τι συνέβη, όμως, με τις ατομικές επιδόσεις και αντιδράσεις των συγγραφέων; Όσο παραμένουμε μέσα στα χρονικά όρια της χούντας, η πεζογραφία θα δοκιμάσει δύο δρόμους προκειμένου να την προσεγγίσει: ο ένας είναι η πολιτική αλληγορία και ο άλλος η άμεση καταγραφή. Τον πρωτεύοντα τόνο θα δώσει εύλογα η πολιτική αλληγορία. Για τον απόλυτο έλεγχο τον οποίο ασκεί μια απρόσωπη δικαστική αρχή θα μιλήσει στο μυθιστόρημά της «Αντίστροφη μέτρηση» (1970) η Κωστούλα Μητροπούλου. Χρησιμοποιώντας από τη μεριά του στον «Γιατρό Ινεότη» (1971) έναν εσχατολογικό μύθο χωρισμένο σε επτά ομόκεντρους κύκλους, ο Γιώργος Χειμωνάς θα φιλοτεχνήσει ένα ιδιαιτέρως βαρύ πολιτικό κλίμα, που επανακάμπτει δυσμενέστερο στον «Γάμο» (1975), με πλάγιες αναφορές στους αποκλεισμούς και τις στερήσεις της ελευθερίας. Την ιστορία της οργάνωσης μιας εξέγερσης η οποία αποκτά καθολικό περιεχόμενο ξετυλίγει με το μυθιστόρημά του «Θάνατος μισθωτού» (1971) ο Πέτρος Αμπατζόγλου ενώ κλειστοφοβική αλληγορία με θανάσιμη κατάληξη θα αποδειχθεί και το διήγημα του Θανάση Βαλτινού «Ο γύψος», δημοσιευμένο στα «Δεκαοχτώ κείμενα». Τέσσερα χρόνια μετά το τέλος της χούντας, την πολιτική αλληγορία συναντάμε για τελευταία φορά στα «Διηγήματα της δοκιμασίας» (1978) του Χριστόφορου Μηλιώνη τα οποία μιλούν για μια βουβή και ανεκδήλωτη βία, όπου κυριαρχεί το αίσθημα της ασφυξίας και του πανικού. Στο πλαίσιο της άμεσης καταγραφής των γεγονότων, τη σκυτάλη παίρνει πρώτη ξανά η Μητροπούλου, με το μυθιστόρημα «Έγκλημα ή 450 ημέρες» (1972), όπου γίνεται ανοιχτά λόγος για την τυραννική φύση των κυβερνήσεων των πραξικοπηματιών. Στο αφήγημά της «Το χρονικό των τριών ημερών» (1974), ένα προσωπικό ντοκουμέντο δημοσιευμένο αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, καταγράφεται λεπτό προς λεπτό ο εγκλεισμός των φοιτητών στο Πολυτεχνείο και η συνακόλουθη στρατιωτική εισβολή. Για το Πολυτεχνείο θα μιλήσει και ο Γιάννης Ρίτσος με το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας», γραμμένο το 1973. Θα προηγηθεί το βιβλίο του Περικλή Κοροβέση «Ανθρωποφύλακες», που δημοσιεύεται το 1969 στη Στοκχόλμη: μια μαρτυρία για τα βασανιστήρια που υπέστη ο ίδιος στις φυλακές της δικτατορίας. Από τη μεταπολιτευτική λογοτεχνική παραγωγή ξεχωρίζει η «Αντιποίησις αρχής» (1979), το κομβικό μυθιστόρημα για τη δικτατορία του 1967 και για το τριήμερο του Πολυτεχνείου. Ήρωας, ένας χαφιές των χουντικών, ο οποίος εκπροσωπεί τις χειρότερες στιγμές της νεότερης Ελλάδας: συνεργάζεται με τους Ιταλούς στην Κατοχή, καταδίδει στους αντάρτες τους κατοχικούς του φίλους και στους Γερμανούς τους αντάρτες, βολεύεται μεταπολεμικά με τους εθνικόφρονες και υπηρετεί όποια εξουσία βρει μπροστά του κατά την επταετία. Ο Κοτζιάς ανατέμνει την παθολογία μιας ολόκληρης τριακονταετίας, επιφυλάσσοντας για τον πρωταγωνιστή του την πιο ταπεινωτική μοίρα: το ανεπίλυτο δράμα της προδοσίας, της αυταπάτης και του αυτοκαταστροφικού κυνισμού σε συνδυασμό με μια αναπόδραστη καταβύθιση στον πάτο της ανωνυμίας. Και ένα τέτοιο δράμα, όπως θα προκύψει μέσα από το παραλήρημα του Μένιου Κατσαντώνη (το ειρωνικά αντεστραμμένο όνομα του ήρωα), αλλά και από την κατατεμαχισμένη μνήμη του, δεν είναι άλλο από το πολιτικό, το κοινωνικό, το ιστορικό και το ηθικό στίγμα μιας ολόκληρης εποχής, ανάπηρης μπροστά στα πελώρια αδιέξοδα και τις ευθύνες της. Νεότερη του Κοτζιά, η Μάρω Δούκα θα ρίξει με το μυθιστόρημα «Αρχαία σκουριά» (1979) τη γέφυρα για τους επόμενους. Η ηρωίδα παίρνει μέρος στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και συμμερίζεται δίχως δισταγμούς το πάθος των ημερών, αλλά δεν θα αποκολληθεί ποτέ από την ατομική της ιστορία. Η πολιτική, εντούτοις, θα συνεχίσει να είναι ολόσωμα παρούσα στον κόσμο της και οι ήρωες μετακινούνται από την ατομική τους περίμετρο προς το κέντρο της πολιτικής πράξης, χωρίς, όμως, πλέον, να εγκαταλείψουν ποτέ την καθημερινότητά τους.
more
28
10
2023
Ο Ιωάννης Μεταξάς θα απορρίψει αμέσως το τελεσίγραφο, λέγοντας: «Alors, c’est la guerre. Λοιπόν, έχουμε πόλεμο». Η Ελλάδα είναι πλέον σε πόλεμο με την Ιταλία, έναν πόλεμο στον οποίο θα πάρει μέρος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού ο Οδυσσέας Ελύτης, κινδυνεύοντας να πεθάνει από βαρύ τύφο. «Στο μέτωπο αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήταν μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με το ζώο για να βρεθώ σε βατό δρόμο και να διακομισθώ στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχαν αποφασίσει, αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου». Έτσι θα περιγράψει ο Ελύτης, μια εικοσαετία και πλέον αργότερα, σε συνέντευξή του στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική», το 1962, την οδυνηρή περιπέτεια του πολέμου, αλλά και τη νικηφόρα προσπάθειά του να κρατηθεί στη ζωή. Ο Ελύτης πήρε εξιτήριο τον Απρίλιο του 1941, έκλεινε τότε τα τριάντα του χρόνια, αλλά η φωτιά του αλβανικού μετώπου δεν έσβησε ποτέ από τη μνήμη του. Το 1945 θα δημοσιεύσει στο περιοδικό «Τετράδιο» την ποιητική σύνθεση «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», που θα αποτελέσει, όπως μας προετοιμάζει ο τίτλος, την ωδή για τον θρίαμβο της Ελλάδας στη σύγκρουσή της με τον ιταλικό στρατό, αλλά και την ελεγεία για το άλγος των πεσόντων και για τη χαμένη νιότη: Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος, Που με τα μάτια μιας παρθένας άνοιγε ο καιρός, Καθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας, Κι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες, Εκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου Και μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό, Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε Μα όλος ο κόπος τ’ ουρανού, Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα Πρωί στα πόδια του βουνού, Τώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει, Τώρα, η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκκαλιάρικα, Πιάνει και σβήνει ένα-ένα τα λουλούδια επάνω της, Μες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν Από λιμό χαράς κείτουνται τα τραγούδια Βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά Κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο. Χειμώνας μπαίνει ως το μυαλό. Κάτι κακό Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου, Τα όρνια μοιράζονται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού. Και να με ποιον τρόπο η ευδία, η ευεργεσία της φύσης και η χαρά της γης και του ουρανού θα δώσουν τη θέση τους στο απειλητικό τοπίο του χειμώνα, στην επερχόμενη φωτιά των όπλων και στον θάνατο, ο οποίος είναι καθ’ οδόν και θα προκαλέσει σύντομα την απόλυτη συντριβή. Προηγείται, καθώς προχωρούμε στο ποίημα, η ανδρεία του ελληνικού στρατού. Άκαμπτοι, παγωμένοι και μπαρουτοκαπνισμένοι πολεμιστές με επικεφαλής τον νεαρό ανθυπολοχαγό, που θα πέσει εντέλει νεκρός, χωρίς ψυχή, με το βλέμμα του να κοιτάζει το πουθενά και την τελευταία να έχει αναχωρήσει για τα πέρατα του κόσμου. Κι αν η δύναμη και το θάρρος της ζωής πρόλαβαν να κρατήσουν μια ύστατη ικμάδα και να δώσουν λίγο ακόμα φως, ο θάνατος θα βάλει τέρμα στην κυριαρχία του ήλιου και στο νεανικό σφρίγος, διώχνοντας την ομορφιά και καλωσορίζοντας το σκοτάδι. Κι όλοι, φύση της Γης, ουράνια σώματα, σκιές του δάσους και άνθρωποι, θα κλάψουν όχι μόνο για τον ανθυπολοχαγό μα και για όσους χάθηκαν μαζί του, ταξιδεύοντας στο άπειρο, κόντρα στο θάμβος, την ένταση, την ψυχική παληκαριά και τα κάποτε αστείρευτα αποθέματα των χαμένων. Όμως, όσο κι αν πονάει, όσο κι αν ρημάζει ο θάνατος, τίποτε και κανένας δεν έχει τελειώσει, τίποτε και κανένας δεν νοείται να περάσει στη λήθη και στον αφανισμό. Ο νεκρός ανθυπολοχαγός και οι σαρωμένοι συστρατιώτες του δεν προορίζονται για να κηδευτούν, αλλά για θρέψουν με τη μνήμη του αγώνα τους όλους τους καινούργιους κορμούς που θα βλαστήσουν, τώρα κιόλας, τριγύρω τους, κατεβάζοντας στο σκληρό έδαφος την ουράνια σφαίρα, φέρνοντας το όνειρο στον καθημερινό βίο και τραγουδώντας το πώς σε λίγο τα πάντα θα ξεκινήσουν από την αρχή. Γιατί τα πάντα έγιναν για την ελευθερία και τα πάντα δοξάζουν την ίδια: Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει: Ελευθερία. Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος Στεριές ιριδοχτυπημένες πέφτουν στα νερά Καράβια μ’ ανοιχτά πανιά πλέουν μες στους λειμώνες Τα πιο αθώα κορίτσια Τρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών Κι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη Παιδιά! Δεν είναι άλλη γη ωραιότερη... Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει! Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει Ολοένα εκείνος ανεβαίνει· Τώρα λάμπουνε γύρω του οι πόθοι που ήταν μια φορά Χαμένοι μες στης αμαρτίας τη μοναξιά· Γειτόνοι της καρδιάς του οι πόθοι φλέγονται· Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του «Πουλιά, καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!» «Σύντροφοι, σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!» Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γιαλίζει στα μαλλιά του Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού! Με το «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», ο Ελύτης θα απομακρυνθεί από τον υπερρεαλισμό και από τη φυσική μαγεία των νεανικών του χρόνων για να αναμείξει εφεξής στην ποίησή του τον σκληρό ρεαλισμό της Ιστορίας με την εκ παραλλήλου προσήλωση στο ονειρικό, το μυστηριακό και το υπερβατικό του ελληνικού κοσμοειδώλου. Η ποιητική του γλώσσα θα αποκαλύψει περαιτέρω το μυστήριο της γέννησης των πραγμάτων, το ξαφνικό αγκάλιασμα της έλλογης συνείδησης με το βάθος υποβολής των φθόγγων - από εδώ, άλλωστε, αντλεί η γλώσσα το ήθος και την ηθική της, από εδώ ανασύρει και τη μεγάλη χρονική της διάρκεια. Γιατί η γλώσσα είναι μεταξύ άλλων, ή και πρωτίστως, ποίηση και επειδή η ελληνική ποίηση, από τη Σαπφώ και τον Όμηρο μέχρι και τις ημέρες μας, έχει καταφέρει να διατηρήσει στο ακέραιο, αν και με εντελώς διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, τόσο το μέταλλο όσο και το μέγεθος της φωνής της.
more
11
09
2022
Κατ΄ εντολήν του πατέρα τού ανήλικου βασιλιά Όθωνα, Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας, οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Έντουαρντ Σάουμπερτ σχεδιάζουν την πόλη στα πρότυπα των ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Η Αιολική Οδός είναι ο πρώτος δρόμος που έχει χαραχτεί στο επίσημο ρυμοτομικό και, αυτή την εποχή, διανοίγεται. Για πολλές επόμενες δεκαετίες, εδώ θα ακούγεται ο χτύπος της καρδιάς τού εμπορίου, της οικονομίας, της ζωής. Από εδώ θα ξεκινήσει η θέσπιση των όρων δόμησης, εδώ θα λειτουργήσει το πρώτο ξενοδοχείο, εδώ θα στεγαστούν τα πρώτα καταστήματα που θα αφήσουν εποχή, εδώ θα γνωρίσουν οι κάτοικοι τις πρώτες γλυκές λιχουδιές και το ρόφημα σοκολάτα, εδώ θα δημιουργηθεί το πρώτο θέατρο, εδώ και το πρώτο φαρμακείο, εδώ θα κάνει το ντεμπούτο του το τεχνολογικό επίτευγμα, που λέγεται «ασανσέρ», εδώ θα εκφωνηθούν οι πρώτοι πύρινοι πολιτικοί λόγοι, από εδώ θα ανέβουν και θα πέσουν κυβερνήσεις. Εδώ, τέλος, θα «εγκατασταθούν» για το πρώτο τους μεροκάματο, οι ανήλικοι βιοπαλαιστές από την περιφέρεια: οι οψοκομιστές (αχθοφόροι οικιακών αγαθών), οι στιλβωτές (λούστροι), οι εφημεριδοπώλες... Η αλήθεια είναι ότι μετά τους Οθωμανούς η Αθήνα αποτελεί τοπίο τσαλαπατημένο από τους βαρβάρους του. Η αγάπη τού Λουδοβίκου, ωστόσο, για τα αρχαία μνημεία, τον έχει οδηγήσει στην απόφαση μεταφοράς τής πρωτεύουσας από το Ναύπλιο εδώ, παρότι η πόλη δεν είναι παρά μία μικρή «βομβαρδισμένη» κωμόπολη πέριξ του βράχου της Ακροπόλεως που αριθμεί μόλις 4.000 κατοίκους (την ίδια εποχή, π.χ. η Πάτρα αριθμεί 15.000 κατοίκους!), 150 κατοικίες και χαλάσματα. Όσοι δεν έχουν στέγη, βολεύονται σε ναούς και αρχαιολογικούς χώρους. Οι μόνοι δρόμοι που στοιχειωδώς σώζονται στη σκιά τού βράχου είναι αυτός του Κάτω Παζαριού στο Μοναστηράκι, ο άλλος της Κρυσταλλιώτισσας (σημερινή Αδριανού) και κάτι ψιλά από την πλατεία Ρούγα του Αλίκοκκου (Κυδαθηναίων - Αγ. Σωτήρα)! Όλοι οι υπόλοιποι καλύπτονται από ερείπια και οι κάτοικοι τους διασχίζουν από αυτοσχέδια μονοπάτια. «Στην Αθήνα δεν υπάρχει ούτε ένας χαραγμένος δρόμος, ούτε μια οδός, ενώ σε κάθε μας βήμα αναγκαζόμαστε να πατάμε πάνω σε σωρούς από πέτρες, σε τμήματα τοίχων και σε αρχαίες κολόνες» περιγράφει τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης ο Γάλλος περιηγητής και ιστορικός Ζοζέφ Φρανσουά Μισώ (Joseph-François Michaud) στο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ελλάδα και τη Σμύρνη». Η εντολή του Λουδοβίκου προς το δίδυμο των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη - Σάουμπερτ είναι να σχεδιαστεί μία πόλη, που να συμπεριλαμβάνει όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της. Απαγορεύει, δηλαδή, ρητά την κατεδάφιση οποιουδήποτε μνημείου τού ένδοξου παρελθόντος της. Ο δρόμος, που χαράσσεται πρώτος, θα έχει πλάτος 15 μέτρων, θα ξεκινά από το Ωρολόγιο του Κυρρήστου, τους Αέρηδες, (το μνημείο όπου αναπαριστώνται ανάγλυφα οι άνεμοι, τα παιδιά τού θεού Αιόλου), στα ριζά της Ακροπόλεως, και θα οδηγεί μακριά από το κέντρο της πόλης. Θα ονομάζεται «Αιολική Οδός» (μ΄ αυτό το όνομα θα είναι γνωστός έως το 1884, οπότε θα αλλάξει όνομα και θα μείνει στην ιστορία ως οδός Αιόλου). Είναι ένας δρόμος «ευλογημένος», όπως τον χαρακτηρίζουν οι περιπατητές, με υπέροχο προσανατολισμό. Όσο τον περιδιαβάζεις, απ΄ όπου κι αν σηκώσεις το βλέμμα, τον βράχο και τα επιβλητικά μνημεία του θα συναντήσει η ματιά σου. «Ο κεντρικός δρόμος, ο οποίος περνάει βόρεια από την Ακρόπολη μέσα από την καρδιά της μεσαιωνικής και σύγχρονης πόλης, έχει το όνομα του θεού των ανέμων [...] είναι ο γοητευτικότερος δρόμος της Αθήνας» θα γράψει για την Αιόλου στην εκπνοή του 19ου αι. ο Βρετανός λόγιος, αρχαιολόγος,ταξιδευτής και επισκέπτης της Αθήνας Ντέιβιντ Τζορτζ Χόγκαρθ (David George Hogarth) στην αναφορά του με τίτλο «The nearer East». Ο δρόμος είναι πανόραμα των δειγμάτων Πολιτισμού της νέας πρωτεύουσας. Και δεν είναι μόνο ότι αναδεικνύει τα αρχαία στολίδια της παλιάς πόλης, όπως τα υπολείμματα της Βιβλιοθήκης του Ανδριανού και τους Αέρηδες, ούτε ότι είναι προσανατολισμένος στο ακριβό πετράδι της, την Ακρόπολη. Είναι και ότι δίνει πρόσβαση σε χώρους ζωτικής λειτουργίας της εξελισσόμενης πρωτεύουσας, όπως είναι ο μεντρεσές, το άλλοτε μουσουλμανικό ιεροδιδασκαλείο, που αυτή την περίοδο λειτουργεί ως φυλακή, ο μεσαιωνικός ναός της Αγίας Ειρήνης (ο σημαντικότερος της Αθήνας και Μητρόπολη της πόλης, όπου θα γίνει η τελετή ενηλικίωσης του Όθωνα -χωρίς τα βασιλικά διακριτικά, σκήπτρο και στέμμα, καθώς το καράβι που θα τα έφερνε από τη Βαυαρία, καθυστέρησε- και αργότερα η κηδεία του Κολοκοτρώνη), ο νεοανεγειρόμενος ναός της Χρυσοσπηλιώτισσας στη θέση του παλιού, που από την πολιορκία του Κιουταχή έχει καταστραφεί ολοκληρωτικά, αλλά και η περιοχή «Κανόνια» (σημερινή πλατεία Κοτζιά) ή αλλιώς «πλατεία Γυμνασίων» (εξαιτίας των ασκήσεων ιππασίας που εκτελούν εδώ οι σπουδαστές της Σχολής Ευελπίδων) για την οποία οι δύο αρχιτέκτονες προορίζουν τον Κήπο του Λαού. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο που προβλέπει μία μεγάλη πλατεία κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, μεικτής χρήσης, δηλαδή με κατοικίες και καταστήματα, που θα εκτείνεται από την πλατεία Όθωνος (Ομόνοια) ίσαμε την κατοπινή οδό Ευριπίδου -που αυτή την εποχή είναι ένας ακόμη αυθαίρετος δρομίσκος, μακριά από το κέντρο- και θα περιλαμβάνει μεγαλοπρεπή κτήρια με στοές και δενδροστοιχίες με σιντριβάνια. Ο «Κήπος του Λαού» θα ενταχθεί στην πόλη, η οποία -προς ώρας- απλώνεται μόνο γύρω από τον βράχο, και θα την επεκτείνει, δίνοντάς της χώρο και ανάσες. Άλλωστε, υπάρχουν προτάσεις για την εγκατάσταση της βασιλικής κατοικίας στην πλατεία Όθωνος. Ως εκ τούτου, η περιοχή πρέπει να αξιοποιηθεί και να καλλωπισθεί. Επιπλέον, θα βελτιωθεί η εικόνα της οδού Αθηνάς, που ναι μεν ενώνει τη δραστηριότητα πέριξ του βράχου με την Όθωνος, αλλά εκατέρωθέν της έχει ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται μία κάπως άναρχη και ανοργάνωτη ζωή. Γι αυτό, άλλωστε, ο σχεδιασμός της Αιολικής Οδού, της δίδυμης της Αθηνάς, θα πρέπει να είναι προσεκτικός. Γι αυτόν τον δρόμο θεσπίζονται ειδικοί όροι δόμησης, που επιβάλλουν τη δημιουργία διώροφων κτηρίων με κατοικίες στους ορόφους και ισόγεια με καμάρες που προορίζονται για καταστήματα σε ένα κλειστό οικοδομικό σύστημα. Αλλά το μεγαλόπνοο σχέδιο των Κλεάνθη - Σάουμπερτ, ο «Κήπος του Λαού», μένει στα χαρτιά. Το κόστος των αποζημιώσεων για τις απαλλοτριώσεις είναι απαγορευτικό για ένα νεοσύστατο αυτόνομο κράτος, που βιάζεται να ανοικοδομηθεί, να στεγάσει τον υπάρχοντα πληθυσμό, να συγκεντρώσει νέο και να προσελκύσει ξένους ταξιδιώτες - επενδυτές. Το όνειρο του Κήπου καταρρέει και μαζί του ακόμα κι αυτό το πλάτος των 15 μέτρων της Αιολικής Οδού. Τα συμφέροντα των ξένων (και ολίγων ντόπιων) στην Αθήνα δεν θέλουν φαρδείς δρόμους και απλωμένες πλατείες. Θέλουν κτήρια, κατοικίες, καταστήματα. Βλέπεις, από τη μία, ο απαράβατος όρος του Λουδοβίκου να διατηρηθούν ανέπαφα τα πάμπολλα αρχαία μνημεία της πόλης και από την άλλη, τα σχέδια των αρχιτεκτόνων της για ευρύχωρους δρόμους και πλατείες με ανοίγματα στους ευεργετικούς ανέμους της, ο χώρος για δόμηση περιορίζεται. Οι δύο αρχιτέκτονες έχουν σχεδιάσει μία όμορφη πόλη, πέριξ των αρχαίων κοσμημάτων της, τα οποία θα αναδεικνύονται με ελεύθερους δημόσιους χώρους, αλλά για τους Αθηναίους, τα αρχαία μνημεία δεν είναι παρά πέτρες που πιάνουν πολύτιμο τόπο και τους χαλούν τα σχέδια. Εκείνοι συνδέουν την ποιότητα με την ποσότητα και την πυκνότητα... Θέλουν πληθυσμό, σπίτια, καταστήματα, δραστηριότητα και γενικώς ό,τι εκτιμούν ότι ταιριάζει σε μία πρωτεύουσα και φέρνει κέρδος. Όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές ξεκινούν από διαφορετική βάση και ασφαλώς θα νικήσει ο πιο δυνατός. Ξένοι περιηγητές - χρονικογράφοι της εποχής καταγράφουν αρκετά «τζαρτζαρίσματα» ανάμεσα στους δύο χαράκτες και σε ιδιοκτήτες γης, που δεν εννοούν να διαθέσουν τόπο για την Αιολική Οδό. Οι διαμαρτυρίες είναι πολλές και αναγκάζουν τον βασιλιά Λουδοβίκο να στείλει στην Αθήνα τον συμπατριώτη του, αρχιτέκτονα Κλέντσε, για να... διαιτητεύσει και να βρει τη λύση. Καθώς η εντολή «να μην αγγιχτούν οι αρχαιότητες» παραμένει, η πλάστιγγα γέρνει σε βάρος των δρόμων και των πλατειών. Από εκεί θα εξοικονομηθεί χώρος για τη δόμηση. Το πλάτος της Αιολικής Οδού από τα αρχικά 15 μέτρα συρρικνώνεται στα 12. Στην πραγματικότητα, η αλλαγή του σχεδιασμού της Αιολικής Οδού είναι το προμήνυμα ενός κατοπινού πυκνού καταστροφικού οικοδομικού οργασμού, από όλες τις επόμενες γενιές! ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΙΟΛΙΚΗ ΟΔΟ Αφού, λοιπόν, η Αιολική Οδός είναι πια το σύγχρονο κόσμημα της Αθήνας, οι επαγγελματίες σπεύδουν να βρουν χώρο για να εγκαταστήσουν σε αυτήν την έδρα των επιχειρήσεών τους. Αλλά ακόμη κι αν δεν βρουν εδώ, θα βρουν στους πέριξ δρόμους, που αρχίζουν γρήγορα κι αυτοί να τακτοποιούνται ρυμοτομικά και οικιστικά, με πρώτη την Ερμαϊκή Οδό (Ερμού), αφού στο μεταξύ, το βασιλικό ανάκτορο έχει αποφασιστεί και χτίζεται στον λόφο της Μπουμπουνίστρας (πλατεία Συντάγματος). Αυτή η οδός, λοιπόν, στην ευθεία του παλατιού προς τις εκτός αστικού ιστού περιοχές, θα είναι ο δρόμος που θα συνδέει την ανερχόμενη Μπουμπουνίστρα με την Αιολική Οδό κι ακόμα παραπέρα... Η πρώτη σύμβαση που υπογράφεται στην πρωτεύουσα αφορά τη συγκοινωνία και δίνει στον Βαυαρό τραπεζίτη και εμπορικό πράκτορα Φρέντερικ Στρονγκ (Frederick Strong) την ευθύνη της οργάνωσης του συστήματος των «παμφορείων» (εκ της λέξεως πάμφορος = ο φέρων ποικίλα πράγματα), των ιππήλατων λεωφορείων, που έχουν χωρητικότητα 16 και 18 ατόμων. Αυτά ξεκινούν από τη διασταύρωση της Αιολικής Οδού με την Ερμαϊκή και μέσα από διαδρομή μίας ώρας καταλήγουν στον Πειραιά. Μεταφέρουν τους επιβάτες στην καμπίνα τους και τις αποσκευές των επιβατών στη στέγη. Το κάπνισμα και η μεταφορά ζώων απαγορεύονται. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της δεκαετίας του 1830 -κάποιοι μαρτυρούν ότι είναι και ο... θεμέλιος λίθος στην κατοπινή οικοδομική δραστηριότητα του δρόμου- χτίζεται το κτήριο στη βορεινή γωνία της πλατείας Αγίας Ειρήνης με την οδό Αιόλου και για περίπου έναν αιώνα λειτουργεί ως ξενοδοχείο, πιθανόν αρχικά υπό την επωνυμία "Η Ανατολή" (μαρτυρείται το 1854) και, από τα τέλη τουλάχιστον του 19ου αιώνα, ως "Βύρων" (μαρτυρείται το 1900, το 1920 και το 1930). Εδώ μάλιστα πιθανολογείται ότι φιλοξενήθηκε για λίγα 24ωρα και ο Όθων κατά την πρώτη επίσκεψή του στην Αθήνα, το 1833. Το σίγουρο είναι σε αυτό το κτήριο στεγάστηκε για τρία χρόνια (1839-1842) και το αστρονομικό και μετεωρολογικό παρατηρητήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών πριν κατασκευασθεί το κτήριο του Λόφου των Νυμφών. Αυτή την εποχή, σε όλη την Αιολική Οδό, αλλά ειδικά στη διασταύρωση των Οδών Αιολικής και Ερμαϊκής, η κινητικότητα είναι μεγάλη. Το 1836 σχεδόν ταυτόχρονα με τα εγκαίνια της αφετηρίας των παμφορείων, γίνονται στο ισόγειο της οικίας του πλούσιου εμπόρου Βρυζάκη -γαμπρού του Παναγή Σκουζέ και χορηγού της Επανάστασης- και αυτά της «Bella Grecia», του καφενείου «Η Ωραία Ελλάς» που θα παίξει τον σημαντικότερο ρόλο στη πολιτική σκηνή της χώρας έως την έξωση του Όθωνα, το 1862. Αν εντός της βασιλικής Αυλής λειτουργεί μία επίσημη Βουλή, όπου κατά τις επιταγές του στέμματος αποφασίζονται τα του κράτους, στο καφενείο «Η Ωραία Ελλάς» λειτουργεί μία μικρή, ανεπίσημη αλλά ισχυρότερη, Βουλή, όπου κατά τις επιταγές του λαού, αποφασίζονται τα των λειτουργών του κράτους... Οι υποψήφιοι εκπρόσωποί του περνούν πρώτα από το... Βήμα της Ωραίας Ελλάδος κι ύστερα διαβαίνουν την πύλη των ανακτόρων... «Πάντα δυσκολεύεσαι να διασχίσεις το κεντρικό σταυροδρόμι της πόλης (συμβολή των Οδών Ερμαϊκής και Αιολικής). Εκεί είναι που οι πολίτες καθισμένοι στο καφενείο, ή όρθιοι στη μέση του δρόμου, συζητούν όλοι μαζί για την ειρήνη και τον πόλεμο και ξαναχαράσσουν καπνίζοντας το τσιγάρο τους τον χάρτη της Ευρώπης...» γράφει ο Γάλλος ακαδημαϊκός, επισκέπτης αυτή την εποχή της ελληνικής πρωτεύουσας, Εντμόντ Αμπού (Edmond François Valentin About). Από την πλευρά του, ο Δανός λογοτέχνης Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (Hans Christian Andersen), το 1841, στο έργο του «Οδοιπορικό στην Ελλάδα», περιγράφει: «H Αθήνα έχει ένα καινούριο ιταλικό καφενείο, τόσο μεγάλο και κομψό, που θα έκανε εντύπωση ακόμα και στο Αμβούργο και το Βερολίνο. Σε σύγκριση με αυτό, το πολυσύχναστο Café Greco της Ρώμης μοιάζει τόσο μικρό, που νομίζεις ότι θα μπορούσε να χωρέσει ολόκληρο κάτω από τη σκάλα του. Εδώ είδα νεαρούς Έλληνες με εθνικές στολές, σφιγμένους όμως τόσο πολύ, που σίγουρα θα είχαν μελανιάσει τα πλευρά τους [...] Αυτοί ήταν πραγματικά οι Έλληνες δανδήδες. Δεν είχαν παρά να αλλάξουν τα κουστούμια τους, για να περάσουν αργόσχολοι νέοι σε μια οποιαδήποτε μεγαλούπολη της Ευρώπης...». Χρόνια μετά, «Η Ωραία Ελλάς» θα εκτελέσει και χρέη χρηματιστηρίου. Στο τραπέζι του μπιλιάρδου που θα αποκτήσουν το 1870 οι θαμώνες του καφενείου, θα παιχτεί το μεγαλύτερο και καταστροφικότερο για τον λαό χρηματιστηριακό παιχνίδι, που θα μείνει στην ιστορία ως το σκάνδαλο της Λαυρεωτικής. Την άνοιξη του 1873 σ΄ αυτό το τραπέζι, που θα λειτουργεί ως χρηματιστηριακός πάγκος, θα επενδύσουν τα όνειρά τους χιλιάδες άνθρωποι, αγοράζοντας με τις οικονομίες τους «χρυσές» τις μετοχές της εταιρείας εκμεταλλεύσεως ορυκτού πλούτου του Λαυρίου, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα «χαρτιά» θα χάσουν το 70% της αξίας τους, οδηγώντας τους άμοιρους επενδυτές στην απόλυτη ανέχεια. Για την ώρα, ταυτόχρονα με την Ωραία Ελλάδα λειτουργεί στην Αθήνα και πάλι στην Αιολική Οδό -αυτή τη φορά στη διασταύρωση με τη σημερινή Μητροπόλεως- στο ισόγειο της οικίας Τζαβέλλα, το «Καφενείο των Αγωνιστών». Κατά το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, πρόκειται για στέκι με έντονη μυρωδιά της Ανατολής, όπου συχνάζουν κυρίως φουστανελοφόροι του απελευθερωτικού αγώνα, καπνίζοντας ναργιλέ, παίζοντας πρέφα και εξιστορώντας τα κατορθώματά τους. Εδώ συγκεντρώνονται και στρατιωτικοί που μετά το τέλος του Αγώνα και την έλευση των Βαυαρών βρίσκονται έξω από το στράτευμα. Το καφενείο αυτό αποτελεί το θερμοκήπιο, όπου καλλιεργείται η Μεγάλη Ιδέα. ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ, ΦΑΡΜΑΚΟΠΩΛΕΙΟΝ, ΘΕΑΤΡΟΝ, ΓΛΥΚΙΣΜΑΤΟΠΟΙΕΙΟΝ, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ - ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΡΩΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΕΟΥΣΑ ΣΤΗΝ ΑΙΟΛΙΚΗ ΟΔΟ Στην πραγματικότητα, αυτή την εποχή, και ίσως για πολλές επόμενες, τα πολιτικά σαλόνια του λαού είναι τα καφενεία, τα παντοπωλεία, τα κουρεία και τα φαρμακεία. Στην Αθήνα του Όθωνα, τα φαρμακεία συγκεντρώνουν την ελίτ. Είναι κυψέλες λογίων, όπου εξελίσσονται βαθυστόχαστες συζητήσεις. Οι συζητητές δεν «ζυμώνονται» στο εσωτερικό τού μαγαζιού, αλλά κατά κανόνα στο κατώφλι, στηρίζοντας το ένα πόδι στο πεζοδρόμιο και περιφέροντας το ένα αφτί στον δρόμο για να «τσιμπούν» εγκαίρως τα νέα, που κυκλοφορούν... Έτσι, η πολιτική διευρύνει τον... ορίζοντά της στο μήκος της Αιόλου, όταν το 1855 ανοίγει το φαρμακείο του, στον τότε αριθμό 171 -173 της οδού ο Σταμάτης Κρίνος. Για την ακρίβεια, το «Φαρμακοπωλείο του Κρίνου», το πρώτο της Αθήνας, πριν μεταφερθεί στην Αιόλου, ήταν στεγασμένο από το 1837 σε άλλο σημείο της πόλης. Σε λίγα χρόνια μία δεύτερη ομοειδής επιχείρηση κάνει την εμφάνισή της, στην Αιολική Οδό. Είναι το «Φαρμακοπωλείο», του Καββάκου που στεγάζεται στο ισόγειο της διώροφης οικίας του, στη γωνία απέναντι από το καφενείο τής Ωραίας Ελλάδος. Την ύπαρξή του μαρτυρά στους χρονικογράφους του μέλλοντος, δημοσίευμα του 1842 στην εφημερίδα «Ταχύπτερος Φήμη», όπου ξενοδόχος προσδιορίζει τη θέση τής επιχείρησής του σε σχέση με το συγκεκριμένο φαρμακοπωλείο στη συμβολή των οδών Αιολικής και Ερμαϊκής. Στο μεταξύ, η οδός των ανέμων γεμίζει γοργά από τα διώροφα που χτίζονται με βασικά υλικά τα συντρίμμια των κατεστραμμένων αρχαίων μνημείων και ναών. Στα ισόγειά τους «φυτρώνουν» το ένα μετά το άλλο τα καταστήματα, με πρώτους και καλύτερους, ασφαλώς, τους τόπους συνάθροισης ανδρών, όπου συντελούνται πολιτικές ζυμώσεις, τα φαρμακεία και τα καφενεία. Σ΄ αυτά τα τελευταία, έχουν προστεθεί το «καφενείο της Ευρώπης» (για πολλούς «το κομψότερο καφενείο των Αθηνών») το οποίο βρίσκεται απέναντι από την Αγία Ειρήνη, διευθύνεται από τη «σωματώδη» Γαλλίδα κόρη τού φιλέλληνα Ρομπέρ και διαθέτει καινοτομίες, όπως το μπιλιάρδο (στην πραγματικότητα, αυτό είναι το πρώτο σφαιριστήριο της πόλης - θα ακολουθήσει εκείνο της Ωραίας Ελλάδος) και τα μαονένια τραπέζια, αλλά και το «Καφενείο των Γερόντων», του Χάφτα (εξ ου το όνομα «Χαφτεία» της περιοχής), στο ισόγειο της οικίας Καυταντζόγλου, στον αριθμό 58 (με την τότε αρίθμηση) της Αιολικής Οδού. Ακολουθούν τα ξενοδοχεία, που ξεπηδούν με απρόβλεπτο ρυθμό. Έως τις αρχές του 20ου αι., φτάνουν τα 30 (!), εκτοπίζοντας τις κατοικίες για πολύ καιρό και τουλάχιστον έως ότου η ολοκλήρωση των ανακτόρων στη Μπουμπουνίστρα ανοίξει δρόμο για ξενοδοχειακές δραστηριότητες σε άλλους ανερχόμενους δρόμους. Το 1832, νωρίτερα από όλα τα ξενοδοχεία και πριν καλά καλά η Αιολική Οδός ενταχθεί στα φιλόδοξα σχέδια των ρυμοτόμων της πόλης, το ζεύγος των Ιταλών Καζάλι έχει εγκαταστήσει εδώ (για το ακριβές σημείο επί της οδού δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες) την πρώτη ξενοδοχειακή επιχείρηση της Αθήνας, υπό τον τίτλο «Ξενοδοχείον της Ευρώπης» («Hotel d' Europe»). Καθώς την ίδια επωνυμία συναντά ο ερευνητής και σε διαφορετικά σημεία πέριξ της Αιολικής Οδού, κρίνεται σχεδόν βέβαιο πως το ξενοδοχείο αλλάζει αρκετές έδρες πριν καταλήξει στο σημείο, όπου σήμερα βρίσκεται το Μέγαρο Καρατζά της Εθνικής Τράπεζας. Το ότι πρόκειται για την ίδια επιχείρηση επικυρώνει η συχνή αναφορά του ονόματος του ζεύγους των Ιταλών επιχειρηματιών -είτε σε εφημερίδες της εποχής είτε σε γραπτές αναφορές ξένων περιηγητών- οι οποίοι διαθέτουν ένα χαρακτηριστικό, που τους κάνει αλησμόνητους... Ο κύριος Καζάλι διαθέτει μόνον το αριστερό μάτι και η σύζυγός του μόνο το δεξί, «ώστε πλάι πλάι οι δύο τους συνθέτουν ένα σωστό ζεύγος ματιών...». Το ξενοδοχείο των Καζάλι μπορεί να είναι το πρώτο της Αθήνας στον τομέα της φιλοξενίας και της εστίασης, αλλά είναι στεγασμένο σε κτήριο που προορίζεται για κατοικία. Εκείνο που εξαρχής χτίζεται για ξενοδοχείο είναι ο «Αίολος» στη διασταύρωση της Αιολικής Οδού με την Ανδριανού, στις παρυφές τού Απάνω Παζαριού στα πόδια της Ακροπόλεως. Το χτίσιμό του ξεκινά το 1835 και το 1837 εγκαινιάζεται η λειτουργία του (στο κτήριο που σώζεται έως σήμερα, μπορεί κανείς να προσέξει το έτος έναρξης της επιχείρησης, στο σφυρήλατο κιγκλίδωμα του θολωτού υπέρθυρου). Ιδιοκτήτης του είναι ο αρχιτέκτονας Σταμάτης Κλεάνθης. Ως εκ τούτου, το οικοδόμημα, που αποτελεί απλό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής της εποχής ακολουθεί πιστά τα ρυμοτομικά σχέδια της οθωνικής Αθήνας. Διαθέτει 25 δωμάτια και πολλά παράθυρα τόσο προς τον δρόμο όσο και προς την εσωτερική αυλή του. Αλλά, στο μεταξύ, στο ισόγειο του κτηρίου όπου στεγάζεται το ξενοδοχείο των Καζάλι εγκαθίσταται το 1837 και το πρώτο βιβλιοπωλείο της Αθήνας. Επιχειρηματίας είναι ο Γερμανός Βικέντιος Ριτς (Vinzenz Rich), ο οποίος πουλάει κατά κανόνα ξενόγλωσσα βιβλία, τα περισσότερα από τη Γαλλία και τη Γερμανία. Υπάρχουν και κάποια ελληνικά, τυπωμένα σε πιεστήρια του εξωτερικού. Το βιβλιοπωλείο του Ριτς αποτελεί ένα ακόμη στέκι των Αθηναίων λογίων. Εδώ, στην Αιόλου, το 1836, εμφανίζεται και η πρώτη θεατρική σκηνή, σε τμήμα τού οικοπέδου, όπου σήμερα βρίσκεται το Μέγαρο Καρατζά. Αρχικά είναι ένα ξύλινο παράπηγμα, χωρίς στέγη, όπου δίνουν τις παραστάσεις τους σαλτιμπάγκοι και γελωτοποιοί, αλλά ο νεαρός Κεφαλλονίτης Θάνος Σκοντζόπουλος, που φλέγεται από το πάθος του θεάτρου, ονειρεύεται να δημιουργήσει μία αίθουσα εφάμιλλη εκείνων του Παρισιού, θα βελτιώσει κάπως το παράπηγμα, βάζοντάς του οροφή, χωρίζοντας το κοινό από τη σκηνή με ένα λευκό πανί, δίκην αυλαίας, δημιουργώντας χώρο ορχήστρας (τεσσάρων οργάνων) και προβλέποντας υπερυψωμένο βασιλικό «θεωρείο», στην ευθεία μεν της σκηνής, πλην όμως σε τέτοια απόσταση από αυτήν, που χρειάζονται κιάλια για την παρακολούθηση της παράστασης... Την ημέρα των εγκαινίων, μάλιστα, στο βελτιωμένο παράπηγμα, ο «αιθουσάρχης» εμφανίζεται μπροστά στο κοινό (μεταξύ των θεατών είναι ο δήμαρχος Ανάργυρος Πετράκης, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Καλλιφρονάς, ο αγωνιστής της επανάστασης και θεατρικός συγγραφέας Μιλτιάδης Χουρμούζης, ο συγγραφέας, Φαναριώτης Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός και το ζεύγος Καζάλι) και λέγει: «Σήμερα γιορτάζουμε τη θεμελίωση του πρώτου θεάτρου της σύγχρονης Αθήνας. Θα αναβιώσουμε το θέατρο στην πρωτεύουσα ύστερα από 15 σχεδόν αιώνες με έργα πατριωτικά. Το πρώτο έργο που θα παίξουμε είναι "Η Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως" του κυρίου Ιωάννη Ζαμπέλιου». Το πρώτο θέατρο, ελλείψει φωτισμού, θα λειτουργεί με φανούς, που θα φέρνουν μαζί τους οι θεατές. Το 1841, στη διασταύρωση με τη σημερινή οδό Βύσσης, θα αναρτήσει την ταμπέλα του το πρώτο «γλυκισματοποιείον» της πρωτεύουσας. Ανήκει στον Κωνσταντινουπολίτη Σπυρίδωνα Παυλίδη και πουλάει μπακλαβά, λουκούμια και κουφέτα. Ο έξυπνος Μικρασιάτης ταξιδεύει ανά τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, απ΄ όπου αντιγράφει και μεθοδικά εισάγει στο κατάστημά του νέα γλυκίσματα, που ενθουσιάζουν την αθηναϊκή πελατεία. Το 1852 προσφέρει στο κοινό του το ρόφημα, που θα τον καταχωρήσει στην ιστορία τού τόπου ως τον πρώτο Έλληνα σοκολατοποιό. Είναι το ρόφημα σοκολάτα. Το 1861, από εδώ, από το κατάστημα του Παυλίδη στην Αιολική Οδό, θα πουληθεί και η πρώτη σοκολάτα, που έχει παρασκευάσει ο ίδιος! (Άλλες μαρτυρίες ιστορικών και χρονικογράφων της εποχής, αναφέρουν ως πρώτο ζαχαροπλαστείο αυτό του Καρδαμάτη, που φέρεται να εγκαινιάζεται στην Αιολική Οδό, στη διασταύρωση με τη σημερινή Αγίου Μάρκου, το 1840. Η ιδιαιτερότητά του είναι πως λειτουργεί αίθουσα -και μάλιστα πολυτελή- όπου οι θαμώνες μπορούν να απολαύσουν καθιστοί το γλύκισμά τους, σιγοκουβεντιάζοντας. Εικάζεται μάλιστα ότι ο Καρδαμάτης είναι αυτός που φέρνει από την Ευρώπη τη μηχανή παρασκευής σοκολάτας, η οποία αργότερα περνάει στα χέρια τού Παυλίδη). Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΥΠΟ ΕΞΩΣΗ... Η ΑΙΟΛΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ Η αλήθεια είναι ότι η μεταοθωμανική Ελλάδα είναι άμαθη σε πολλά. Η συνταγματική δημοκρατία, την εφαρμογή της οποίας αναγκάστηκε να εγκρίνει, αλλά κατά κανόνα υπονομεύει συστηματικά ο βασιλιάς, είναι ένα νέο φρούτο που δεν έχει ακόμα καταναλωθεί, η υπηρεσία στο «κοινό καλό» δοκιμάστηκε επιτυχώς στην επανάσταση, αλλά στη μεμονωμένη περίπτωση της διακυβέρνησης ενός κράτους αποτελεί ακόμα αχαρτογράφητο πυθμένα και η φροντίδα τής κλειστής τοπικής κοινωνίας υπό τον όρο Αυτοδιοίκηση αποτελεί άγνωστη λέξη... Αυτή την εποχή, ο «Πολιτισμός» με την ακριβή ετυμολογική ερμηνεία της λέξης, δεν συμβαδίζει απολύτως με τον χαρακτηρισμό τής πόλης ως πρωτεύουσας. Οι ξένοι ταξιδευτές περιγράφουν πως μόνο η Κωνσταντινούπολη μπορεί να παραβγεί την Αθήνα σε βρομιά. Εδώ, περπατώντας στον δρόμο, μπορείς να συναντήσεις ένα ψόφιο κοράκι, παρακάτω μία τσαλαπατημένη κότα κι ακόμα πιο κάτω έναν σκύλο σε αποσύνθεση. «Πιστεύω στ΄ αλήθεια πως αν το άλογο μίας άμαξας πέθαινε μπροστά στο καφενείο "Η ωραία Ελλάς", το δημοφιλές καφέ των Αθηνών θα άφηνε στους γύπες την ευθύνη να το απομακρύνουν...» περιγράφει σκωπτικά ο Αμπού. Ουδείς ενδιαφέρεται για τον καθαρισμό τής πόλης, αλλά έτσι κι αλλιώς η σκόνη που σηκώνεται από τη χωμάτινη οδό με τη διέλευση των παμφορείων και των ιππήλατων, που μεταφέρουν εμπορεύματα, δεν βοηθά και πολύ στον τομέα «καθαριότητα». «Τόπος που προέρχεται από αιώνες σκλαβιάς σε ένα έθνος, που δεν φημίζεται ιδιαίτερα για τον οικιακό πολιτισμό του, χρειάζεται χρόνο για να αποκτήσει κουλτούρα καθαριότητας» διατυπώνουν οι ξένοι περιηγητές... Το 1860, πάντως, η κυβέρνηση Μιαούλη αποφασίζει να αναθέσει στη γαλλική αποστολή Δημοσίων Έργων τη στρώση τόσο της Αιολικής Οδού, όσο και της Ερμαϊκής, με αμμοχάλικο και τη λιθόστρωση των πεζοδρομίων στους παρόδιους ιδιοκτήτες, με ποσοστό συμμετοχής στο κόστος, ανάλογο της ιδιοκτησίας του καθενός. Ο Τύπος της εποχής περιγράφει: «Αι οδοί Αιολική και Ερμαϊκή κατήντησαν αδιάβατοι, ένεκα των επισκευαζομένων πεζοδρομίων. Εις αμφοτέρας δε, βλέπει τις καθ΄ όλον το μήκος τάφρους ανεωγμένους και λίθος εσωρευμένους, εμποδίζοντας τη διάβασιν παντός ανθρώπου, ιδίως των κυριών, αίτινες δεν δύνανται μετά του κρινολίνου των να εισέλθουν εις εμπορικόν κατάστημα και αναθεματίζουν χιλιάκις την ώραν τους αιτίους του κακού τούτου...». (Φαίνεται πως από τότε, ζυγίζεται η υπομονή των Ελλήνων στον δρόμο προς τη βελτίωση και βρίσκεται ελλειμματική... ) Καθώς οι αυλικοί πρωθυπουργοί διαδέχονται ο ένας τον άλλον και η νεοσύστατη χώρα πέφτει σε σκάνδαλα, που τελματώνουν την ανάπτυξή της, οι Αθηναίοι δείχνουν πλέον εμφανώς τη δυσφορία τους στις ξένες βουλές και τα συμφέροντα. Τώρα πια ο βασιλιάς και η καμαρίλα του δεν αποτελούν γι αυτούς παρά ένα ακόμη εμπόδιο προς την απόλυτη ανεξαρτησία, το οποίο οφείλουν να υπερπηδήσουν... Από τα πρώτα κιόλας χρόνια τής βασιλείας του ο Όθων μπαίνει στο στόχαστρο των αντιμοναρχικών πολιτικών, που αγορεύουν με πάθος μέσα στην Ωραία Ελλάδα. Το καφενείο τής οδού Αιόλου βαφτίζεται «κυψέλη ανατρεπτικών ιδεών». Καθώς η Ελλάδα συμπιέζεται ανάμεσα στις συμπληγάδες των ξένων δυνάμεων και οι διορισμένοι από το παλάτι πρωθυπουργοί αδυνατούν να σηκώσουν κεφάλι, το κλίμα σε βάρος του στέμματος βαίνει διαρκώς επιδεινούμενο. Πολιτικοί και λόγιοι, που επικρίνουν τις τακτικές του Όθωνα, εξαπολύουν λάβρες φραστικές επιθέσεις από το «Βήμα» της Ωραίας Ελλάδος, συχνά προκαλώντας συμπλοκές μεταξύ υποστηρικτών και πολεμίων τού βασιλιά. Ενίοτε το σταυροδρόμι μπροστά στο... ζωηρό καφενείο μετατρέπεται σε πεδίο μάχης! O ακαδημαϊκός Αμπού δίνει τη δική του ερμηνεία για τις διαθέσεις των Ελλήνων: «Ακόμη κι αν ο Όθωνας ήταν ο πιο καλός και ο πιο έξυπνος βασιλιάς του κόσμου, ο λαός του ποτέ δεν θα του συγχωρούσε ούτε την καταγωγή του, αλλά ούτε και τη θρησκεία του. Βαυαρός και καθολικός θα είναι πάντα για τους Έλληνες ορθοδόξους ένας ξένος και αλλόδοξος». Ο αντιμοναρχικός αγώνας είναι πλέον φανερός. Την τελευταία φορά που το βασιλικό ζεύγος επιχειρεί να περάσει μπροστά από την Ωραία Ελλάδα, σε μίας μορφής... δημοσκόπηση, όχι μόνον δεν απολαμβάνει τον σεβασμό που αξιώνει, αλλά εισπράττει και αιχμηρά βλέμματα. «Η εθνική οργή φούντωνε με την κάθε μέρα που πέρναγε. Εκεί, στο καφενείο "Η Ωραία Ελλάς", είχε στήσει το στρατηγείο της η "χρυσή νεολαία". Μέσα από τα σπλάχνα της ξεπήδησαν άξιοι εκπρόσωποί της, ο ποιητής Αχ. Παράσχος, ο δημοσιογράφος Οδ. Ιάλεμος, ο Θοδ. Φλογαΐτης, ο Αν. Γεννάδιος και πολλοί άλλοι» θα περιγράψει αργότερα στο έργο του «ΟΘΩΝΑΣ - Η ΕΞΩΣΗ» ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης. Στις αρχές του 1862, ο Όθων δίνει εντολή στους χωροφύλακες να κλείσουν το καφενείο, ως «εστία επαναστατών, επικίνδυνη για τη σταθερότητα και την ασφάλεια της χώρας». Το λουκέτο δεν θα παραμείνει για πολύ. Σε λίγες μέρες ο βασιλιάς παίρνει το... χαρτί της εξώσεως από τη χώρα και «η Ωραία Ελλάς» επανέρχεται δριμύτερη. Το σκάνδαλο της Λαυρεωτικής θα είναι η ύστατη συμμετοχή της στα τεκταινόμενα του τόπου. Ύστερα από αυτό, θα κλείσει δια παντός. Βαδίζοντας προς τον 20ο αι., η Αθήνα αρχίζει πια να παίρνει την όψη τής πρωτεύουσας. Κεντρικοί δρόμοι, με πρώτη και καλύτερη βέβαια την Αιόλου, ηλεκτροφωτίζονται, οι ξένοι επισκέπτες πυκνώνουν και αχθοφόροι αποσκευών εμφανίζονται στις κεντρικές γωνίες, τα πρώτα καταστήματα ειδών σπιτιού και ρουχισμού των Σγούρδα και Γουτάκη αντίστοιχα, με τις ελκυστικές προθήκες τους καθηλώνουν τα βλέμματα των περαστικών και μία καλοκαιρινή Τρίτη του 1893 μία αγγελία στις αθηναϊκές εφημερίδες γίνεται αντικείμενο συζήτησης... «Λίαν ευχάριστον το άκουσμα ότι η αιώρα (ascenseur) η από μηνών ετοιμαζομένη δια το επί της οδού Σταδίου -και Αιόλου- μέγα ξενοδοχείον "Η Μασσαλία" οικίας Καυταντζόγλου, εδοκιμάστη προ τινών ημερών παρά μηχανικών και αρμοδίων, επέτυχον δε τα πειράματα θαυμασίως. Από αύριον δε, Τετάρτης, αφ ης άρχεται η λειτουργία, οι ένοικοι οι μένοντες εις το δεύτερον και τρίτον πάτωμα, θα εύρωσιν τον τρόπο της αναβάσεως τούτον σωτήριον και κατ΄ ουδέν υπολειπόμενον του εν Παρισίοις και Βιέννη...». Το πρώτο ασανσέρ της πόλης και γενικώς της χώρας είναι γεγονός. Στην ίδια αγγελία κοινοποιείται περιχαρώς ότι την επομένη θα γίνουν τα εγκαίνια της «τεραστίας αυτής μηχανής της αιώρας» παρουσία τού τότε αστυνομικού διευθυντή Μπαϊρακτάρη. Τον χειμώνα του ίδιου έτους, το «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη, ρίχνει τη χώρα, την πόλη, την οδό σε δυσκινησία. Μόνο οι εστίες του τζόγου, οι χαρτοπαικτικές λέσχες, που έχουν ξεπεταχτεί κυρίως πέριξ της Αιόλου, εμφανίζουν κινητικότητα... Η Αθήνα έχει μπει πλέον για τα καλά στον δρόμο των ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Ο πληθυσμός της αυξάνεται εντυπωσιακά και στο γύρισμα του αιώνα διαθέτει πια όλα εκείνα για να οποία νιώθει περηφάνεια (συχνά και ντροπή) μία μεγάλη πόλη... Έχει αποκτήσει δίκτυο ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού, κόντρα στο ειρωνικό σχόλιο του Εντμόντ Αμπού «οι δρόμοι (της Αθήνας) φωτίζονται με λάδι, εκτός από τη βαθιά νύχτα, όπου υπολογίζουν στο φως του φεγγαριού. Αν το αλμανάκ πέσει έξω ή αν το φεγγάρι κρυφτεί, οι Αθηναίοι μπορούν να πέσουν και να σκοτωθούν...». Αλλά η πόλη έχει αποκτήσει πια και αυτοκίνητα που «κόβουν» τους περαστικούς, επειδή αυτοί δεν έμαθαν ακόμα να περπατούν στα πεζοδρόμια. Από τον δεύτερο φωτεινό σηματοδότη τής πόλης στη διασταύρωση Σταδίου και Αιόλου (ο πρώτος τοποθετήθηκε στη συμβολή Σταδίου και Πεσμαζόγλου) διέρχονται 13.500 τροχοφόρα το 24ωρο! Δέκα χιλιάδες περισσότερα από τους κατοίκους, που μέτρησε ο Λουδοβίκος έναν αιώνα πριν, όταν αποφάσισε να κάνει την πόλη πρωτεύουσα. Κι αυτή είναι μόνο η αρχή.
more