Monday, 29 April 2024
28
04
2024
Μία σταρ, που καταφέρνει με μοναδική χάρη να μπαινοβγαίνει στο εμπορικό σινεμά, να κάνει καλλιτεχνικές και κοινωνικές ταινίες αφύπνισης, να μάχεται για τα δίκαια των αδυνάτων, να διατηρεί ένα αξιοπρόσεκτο δημόσιο προφίλ, ενώ ταυτόχρονα παραμένει κι ένα εμβληματικό πρόσωπο των μεγάλων εταιρειών καλλυντικών. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, που το Χόλιγουντ την υποδέχθηκε με τιμές, η Κρουζ έχει στο ενεργητικό της τέσσερις υποψηφιότητες για Όσκαρ κι ένα βραβείο Όσκαρ β γυναικείου ρόλου για το «Βίκυ Κριστίνα Μπαρτσελόνα» του Γούντι Άλεν. Είναι η πρώτη και μοναδική Ισπανίδα που το έχει κερδίσει, ενώ έχει και τέσσερις υποψηφιότητες για τη Χρυσή Σφαίρα. Στην Ευρώπη έχει καταξιωθεί με πολλές βραβεύσεις σε Κάννες, Βενετία, Σεζάρ, Γκόγια, αλλά και στο απαιτητικό κοινό της. Μια υπέροχη 50άρα Η Πενέλοπε Κρουζ, δεν είναι πλέον το καυτό κορίτσι, που μας αναστάτωσε από την πρώτη της ταινία, το περίφημο, λόγω κυρίως της παρουσίας της, «Jamon, Jamon», με το οποίο κατέστη ένα από τα πλέον δημοφιλή σύμβολα του σεξ, αλλά μία έμπειρη ηθοποιός, ερμηνευτικά άψογη και πάντα θελκτική. Η μούσα του Αλμοδοβάρ, είναι από σήμερα μία υπέροχη 50άρα και είναι έτοιμη να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην καλλιτεχνική της καριέρα και στη ζωή της, δίπλα στον σύζυγό της, Χαβιέ Μπαρδέμ, επίσης, εμβληματικό Ισπανό σταρ. Μπαλαρίνα Η Πενέλοπε Κρουζ Σάντσεζ γεννήθηκε στο Αλκομπέντας στη Μαδρίτη στις 28 Απριλίου του 1974, από την Ενκάρνα, μία κομμώτρια και τον Εδουάρδο, έναν μηχανικό αυτοκινήτων από την Εξτρεμαδούρα, ενώ έχει ακόμη ένα μικρότερο αδελφό, τον Εντουάρντο, τραγουδιστή και μια μικρότερη αδελφή, τη Μόνικα, η οποία έχει μπει και αυτή στον χώρο του θεάματος. Η Πενέλοπε αρχικά είχε φιλοδοξία να γίνει χορεύτρια, κάνοντας μαθήματα κλασικού μπαλέτου για εννέα χρόνια. Το μπαλέτο θα τη βοηθήσει στη συνέχεια και στην υποκριτική, παρέχοντάς της την απαραίτητη πειθαρχία και προσήλωση σε αυτό που κάνει. Δέσιμο Η Πενέλοπε, θα πάρει στροφή προς τον κινηματογράφο όταν είδε το 1990 την ταινία του Πέδρο Αλμοδοβάρ «Δέσε Με» με τον Μπαντέρας και την Βικτόρια Αμπρίλ. Ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός της που άρχισε να πηγαίνει καθημερινά σε δοκιμαστικά και να τρώει απορρίψεις. Τελικά, θα καταφέρει να μπει στον χώρο έπειτα από μία ακρόαση σε ένα πρακτορείο ταλέντων, έχοντας να συναγωνιστεί περισσότερα από 300 κορίτσια. «Jamon, Jamon» Το 1992 θα κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στη δραματική κομεντί «Jamon, Jamon» του Μπίγκας Λούνα, υποδυόμενη την Σίλβια, μια νεαρή ανεξάρτητη κοπέλα που πρέπει να αντιμετωπίσει τη μητέρα του συντρόφου της. Το κορίτσι με τα ολόμαυρα μαλλιά, τα μεγάλα μαύρα μάτια, με το καθαρό και αγέρωχο βλέμμα της, το υπέροχο σαν ολόφρεσκη φράουλα στόμα, αλλά και τις υπέροχες αναλογίες του σώματός της, που φανέρωσε παίζοντας γυμνή σε ορισμένες σκηνές, θα την κάνουν ένα «τεράστιο σύμβολο του σεξ», σύμφωνα και με το περιοδικό People. Αμέσως μετά, θα συμμετάσχει στο καστ της πολυβραβευμένης ταινίας «Belle Époque» του Φερνάντο Τρουέμπα και θα παίξει μέχρι το 1996 σε ακόμη δέκα ισπανικές και ιταλικές ταινίες, ενώ είχε ήδη ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη, για να σπουδάσει μπαλέτο και αγγλικά. «Καυτή Σάρκα» Το 1997, πάντα σε ρόλους, όπου εξάπτει τα ερωτικά πάθη, η Κρουζ θα παίξει στην ισπανική κωμωδία «Ο Έρωτας Βλάπτει Σοβαρά την Υγεία», ενώ την ίδια χρονιά θα συναντήσει τον Πέδρο Αλμοδοβάρ, με τον οποίο θα αναπτύξει μία στενή καλλιτεχνική συνεργασία αλλά και μια σχέση ζωής. Η πρώτη τους ταινία, από τις έξι μέχρι στιγμής, ήταν η κομεντί «Καυτή Σάρκα». Το 1999 θα ξανασυνεργαστεί με τον Αλμοδοβάρ στην υπέροχη σατιρική κομεντί «Όλα για τη Μητέρα μου», υποδυόμενη μια έγκυο καλόγρια που πάσχει από AIDS. Η ταινία, που απογειώνει τόσο την καριέρα του Ισπανού σκηνοθέτη όσο και της Κρουζ, θα λάβει εξαιρετικές κριτικές και θα γίνει παγκόσμια εισπρακτική επιτυχία. Κρουζ... Τομ Έπειτα από δυο τρεις αδιάφορες ταινίες, η Κρουζ θα πρωταγωνιστήσει στο πετυχημένο ψυχολογικό θρίλερ «Vanilla Sky» του Κάμερον Κρόου. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων θα έρθει κοντά με τον συμπρωταγωνιστή της Τομ Κρουζ, με τον οποίο θα έχουν σχέση για τρία χρόνια. Το 2001 θα παίξει δίπλα στον Νίκολας Κέιτζ στο αντιπολεμικό μελόδραμα «Το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι», που γυρίστηκε στην Κεφαλλονιά. Το 2005 θα έρθει η ώρα για μια εξωτική ρομαντική περιπέτεια, τη «Σαχάρα», όπου θα ερωτευθεί τον συμπρωταγωνιστή της Μάθιου Μακόναχι. Τον επόμενο χρόνο θα παίξει μαζί με τη Σάλμα Χάγιεκ στο κωμικό γουέστερν «Λησταρχίνες», ενώ την ίδια χρονιά θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του Αλμοδοβάρ «Γύρνα Πίσω», όπου θα διαπρέψει και θα κερδίσει το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Καννών, ενώ έλαβε και υποψηφιότητες για το Όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου και Χρυσής Σφαίρας. Όσκαρ Η συνεργασία της με τον Γούντι Άλεν στην κομεντί «Vicky Cristina Barcelona», θα της χαρίσει και το Όσκαρ Β’ γυναικείου Ρόλου το 2008 - η πρώτη Ισπανίδα ηθοποιός που κατακτά το χρυσό αγαλματίδιο. Το 2009 θα πρωταγωνιστήσει σε μία ακόμη ταινία του Αλμοδοβάρ, τις «Ραγισμένες Καρδιές», ενώ θα ακολουθήσει μία αποτυχία αυτή του μιούζικαλ «Εννέα», παρότι ήταν καλή (και πάλι υποψήφια για Όσκαρ Β γυναικείου ρόλου) και δίπλα στον ανυπέρβλητο Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Γούντι Άλεν Το 2010 θα πρωταγωνιστήσει στην τέταρτη ταινία του εμπορικότατου φραντσάιζ «Οι Πειρατές της Καραϊβικής», δίπλα στον Τζόνι Ντεπ, τον οποίο ξανασυναντά έπειτα από δέκα χρόνια και το ενδιαφέρον «Blow». Το 2012 θα παίξει στη σπονδυλωτή ρομαντική κωμωδία του Γούντι Άλεν «Στη Ρώμη με Αγάπη», ενώ τον επόμενο χρόνο θα συμμετάσχει στο καστ της ταινίας του Αλμοδοβάρ «Δεν Κρατιέμαι». Το 2017 θα παίξει σε δυο ταινίες, στη δραματική περιπέτεια «Εσκομπάρ» και στην ταινία μυστηρίου «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές», το ενδιαφέρον ριμέικ του Κένεθ Μπράνα, το οποίο διαθέτει ένα σπουδαίο καστ. Ταιριαστός Μπαρδέμ Το 2018 θα πρωταγωνιστήσει στο εξαιρετικό φιλμ του Ιρανού μεγάλου σκηνοθέτη Ασγκάρ Φαραντί, έχοντας δίπλα της τον ήδη από το 2008 σύζυγό της - και απολύτως ταιριαστό της - Χαβιέ Μπαρδέμ, με τον οποίο έχουν αποκτήσει και έναν γιο. Αμέσως μετά θα γυρίσει με τον Αλμοδοβάρ ακόμη δυο δράματα, το ενδιαφέρον «Πόνος και Δόξα», έχοντας δίπλα της τον Μπαντέρας και το σπαρακτικό «Παράλληλες Μητέρες». Πέρσι πρωταγωνίστησε στο έξοχο κοινωνικό δράμα αφύπνισης, για την οικονομική κρίση στην Ισπανία και την αρπαγή των σπιτιών από τις τράπεζες, «Στα Άκρα», υποδυόμενη έξοχα μία φτωχή και πεισματάρα εργάτρια. Τέλος, πριν από λίγους μήνες την είδαμε στο βιογραφικό δράμα του Μάικλ Μαν «Ferrari», παραδίδοντας μία θαυμάσια ερμηνεία. Πρότυπο Η Πενέλοπε Κρουζ παραμένει πολυάσχολη - ήδη ετοιμάζει μια ταινία με τον Γούντι Άλεν - αλλά ποτέ δεν ξεχνά τους απλούς ανθρώπους, τους λαούς που δοκιμάζονται. Δεν έχει χάσει τη μαχητικότητά της, δουλεύοντας εθελοντικά στο Νεπάλ, την Ουγκάντα και την Ινδία, ενώ η Κρουζ συχνά πυκνά δίνει αρκετά χρήματα σε φιλανθρωπίες και συνεχίζει να ενδιαφέρεται για τις αγωνίες των απλών ανθρώπων. Το πανέμορφο κοριτσόπουλο, που κατέκτησε το Χόλιγουντ, αλλά δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες της, μας έχει πείσει πλέον ότι μπορεί να είναι ένα πραγματικό πρότυπο καλλιτέχνιδας.
more
01
04
2024
Ο Αμερικάνος ηθοποιός έζησε μέσα στην υπερβολή, δείχνοντας από νέος τον αντισυμβατικό του χαρακτήρα, είτε με την -επιεικώς- άστατη προσωπική του ζωή και τη δημόσια εικόνα του, είτε με την πολιτική του μαχητικότητα υπέρ των αυτοχθόνων της Αμερικής και τον Αφροαμερικανών και βεβαίως, εναντίον των ισχυρών της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ. Αλλά και ως ηθοποιός, πολλές φορές οι ρόλοι που επέλεγε να ενσαρκώσει είχαν κάτι από τον χαρακτήρα του. Ένας εμβληματικός ηθοποιός, που έφτιαξε τον θρύλο του, με μια χούφτα ταινίες, στα νιάτα του, ενώ ο Φράνσις Φορντ Κόπολα του έδωσε ακόμη μία σπρωξιά προς την κορυφή με τον ανεπανάληπτο «Νονό» και την «Αποκάλυψη Τώρα». Ήταν, όμως και αυτό το «άτιμο» ιδρωμένο λευκό φανελάκι τού Στάνλεϊ Κοβάλσκι, στο «Λεωφορείο ο Πόθος», που θα συνταράζει για πάντα - ειδικά το γυναικείο κοινό. Το θεατρικό του Τένεσι Ουίλιαμς, που αφού προκάλεσε κύματα ενθουσιασμού στο απαιτητικό κοινό του θεάτρου στα τέλη της δεκαετίας του '40, θα τον κάνει με μιας σταρ πρώτου μεγέθους, όταν μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη το 1951. Ο Μπράντο, διαθέτοντας το χάρισμα, το υποκριτικό ένστικτο, θα ακολουθήσει πιστά την αρχή του «μην τους δώσεις αυτό που περιμένουν, πάντα κάνε την έκπληξη, πιάσε τους στον ύπνο». Αυτή την αρχή θα τη συνδυάσει και με τα μαθήματα υποκριτικής που έλαβε από το περίφημο Actors' Studio και την Στέλλα Άντλερ, την ψυχή της σχολής του Λι Στράσμπεργκ. Ο Καζάν, μπορεί να αποδείχθηκε πολύ μικρός ως άνθρωπος, καταδίδοντας συναδέλφους του στην επιτροπή αντιαμερικανικών δραστηριοτήτων του Μακάρθι, αλλά ήταν πανέξυπνος και ικανότατος σκηνοθέτης. Θα καταλάβει το μέγεθος του ταλέντου τού Μπράντο και θα του δώσει τη μοναδική ευκαιρία, με τον ρόλο του Κοβάλσκι. Δίπλα στην τραγική φιγούρα της Μπλανς Ντιμπουά και ανεπανάληπτης Βίβιαν Λι, ο Μπράντο θα μεταβληθεί σε σύμβολο του απαγορευμένου πόθου, μία παντοτινή φαντασίωση. Συμπληρώνοντας 100 χρόνια από τη γέννησή του (3 Απριλίου 1924), ο Μάρλον Μπράντο παραμένει ένα είδωλο, μία εικόνα που θα παραπέμπει στα καλύτερα του κινηματογράφου και μαζί μία μυστήρια προσωπικότητα, που προφανώς δεν μπόρεσε να διαχειριστεί την εκτόξευση του ονόματός του στα ουράνια, ένα αγρίμι που δεν μπόρεσε να περιοριστεί σε συμβάσεις και εκεί που τον λάτρευες, ο αυτοκαταστροφικός του χαρακτήρας τα έκανε όλα σμπαράλια. Εγκατάλειψη Ο Μάρλον Μπράντο γεννήθηκε στην Ομάχα της Νεμπράσκα και πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια λόγω του σατράπη πατέρα, ενός πωλητή που ταξίδευε συχνά εκτός Πολιτείας και μιας μητέρας ηθοποιού, που βρισκόταν συχνά εκτός σπιτιού. Και οι δύο γονείς είχαν προβλήματα αλκοολισμού και ο μικρός Μάρλον γρήγορα ανέπτυξε προβλήματα εγκατάλειψης, καθώς οι δυο αδερφές του ήταν μεγαλύτερες. Οι γονείς του χώρισαν το 1936 και συμφιλιώθηκαν έπειτα από δυο χρόνια. Ο Μπράντο πήγε στο γυμνάσιο του Λίμπερτβιλ, αριστεύοντας στον αθλητισμό και στην υποκριτική, αλλά αποτυγχάνοντας σε όλα τα άλλα μαθήματα, ενώ λόγω κακής συμπεριφοράς εκδιώχθηκε απ' αυτό. Θα σταλεί στη στρατιωτική ακαδημία, που φοίτησε και ο πατέρας του, αλλά λόγω του άτακτου χαρακτήρα του θα αποβληθεί. Η Μέθοδος Ο Μπράντο αποφάσισε να ακολουθήσει σε ηλικία 18 ετών τις αδελφές του στη Νέα Υόρκη, για να σπουδάσει υποκριτική. Θα περάσει τους πρώτους μήνες κοιμούμενος σε καναπέδες φίλων, μέχρι να αρχίσει να βλέπει φως στην προοπτική του να γίνει ηθοποιός. Θα αγαπήσει σαν δεύτερη μάνα του την Στέλλα Άντλερ, η οποία -παρότι δεν της άρεσε ο χαρακτήρας του- θα εκτιμήσει το έμφυτο ταλέντο του και θα του μάθει τις τεχνικές της Μεθόδου Στανισλάφσκι. Εκεί θα γνωρίσει μετέπειτα και τον Καζάν. Ατίθασος Το ντεμπούτο του στο Χόλιγουντ, έπειτα από τον θεατρικό του θρίαμβο ως Κοβάλσκι, θα το κάνει το 1950 στο αξιόλογο πολεμικό δράμα του Φρεντ Τσίνεμαν «Το Κορμί μου σου Ανήκει», έχοντας ως συμπρωταγωνίστρια την Τερέζα Ράιτ. Τον επόμενο χρόνο θα παίξει στην ταινία- σταθμό για την καριέρα του «Λεωφορείο ο Πόθος», θα λάβει την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ. Θα ακολουθήσει η τεράστια επιτυχία «Ο Ατίθασος», η οποία θα τον κάνει θρύλο, ενώ αξιόλογες ήταν και οι εμφανίσεις του στα φιλμ «Βίβα Ζαπάτα» και «Ιούλιος Καίσαρ», όπου θα λάβει τη δεύτερη και τρίτη υποψηφιότητα για Όσκαρ. Το 1954 θα πρωταγωνιστήσει στο αριστουργηματικό κοινωνικό δράμα «Το Λιμάνι της Αγωνίας» του Καζάν, όπου θα κερδίσει δικαίως το Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, για την ερμηνεία της ζωής του όπως υποστήριζε και ο ίδιος. Συγκρίσεις Μέσα σε πέντε χρόνια, ο Μπράντο είχε ήδη γίνει ένας θρύλος εν ζωή. Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη, τα στάνταρ ήταν πολύ υψηλά για τον ίδιο και τις ταινίες που έπαιζε -πολλές φορές αδιάφορες έως ασήμαντες- καθώς ήταν φανερό ότι επέλεγε ρόλους για τα χρήματα, ενώ και η Μέθοδος, απ' την οποία δεν μπορούσε να ξεκολλήσει, είχε αρχίσει να φτάνει στα όρια της μανιέρας. Ωστόσο, έπαιξε και σε σπουδαίες ταινίες όπως «Ανταύγειες σε Χρυσά Μάτια» του Τζον Χιούστον και «Καταδίωξη» του Άρθουρ Πεν, αλλά παρότι ήταν καλός έχανε στις συγκρίσεις των πρώτων ταινιών του. Βίτο Κορλεόνε Μέχρι που θα έρθει η αρχή της δεκαετίας του 70, όταν ο δαιμόνιος Κόπολα θα τον επιλέξει για τον ρόλο του Βίτο Κορλεόνε στον «Νονό». Εκεί, ο Μπράντο θα μεταμορφωθεί, με δική του ευθύνη και έμπνευση στον αρχηγό της διασημότερης φαμίλιας, κάνοντας ταυτόχρονα μία μνημειακή ερμηνεία. Ωστόσο, το σημαντικότερο σε αυτή την αναγέννησή του, την πραγματική ερμηνεία της ζωής του, ήταν η επιλογή του να πετάξει από πάνω του τη Μέθοδο και όλα εκείνα τα στοιχεία που τον έκαναν σταρ, από την απίστευτη ομορφάδα του μέχρι την πληθωρική, πολλές φορές ζωώδη υποκριτική υπόστασή του. Απέναντι στο κατεστημένο Ο Μπράντο, παρότι η Paramount τον είχε απορρίψει για τον ρόλο, τον οποίο πήρε τελικά μετά από την επιμονή του Κόπολα, θα κερδίσει το δεύτερο Όσκαρ του, αλλά θα αρνηθεί να παραλάβει το χρυσό αγαλματίδιο και θα στείλει στην απονομή ως αντιπρόσωπό του μία νεαρή Ινδιάνα, που θα διαβάσει ένα σύντομο μήνυμά του μπροστά σε ένα έκπληκτο κοινό και τους αμήχανους παρουσιαστές. Όπως τους ανακοίνωσε η νεαρή Ινδιάνα ηθοποιός Λιτλφέδερ, ο Μπράντο αρνείται το Όσκαρ σε ένδειξη αλληλεγγύης στην κινητοποίηση των Ινδιάνων ακτιβιστών για τον τρόπο που απεικονίζονταν στις παραγωγές του Χόλιγουντ. Η κίνηση του Μπράντο προκάλεσε μεγάλη δημοσιότητα, αλλά και την οργή του κατεστημένου στις ΗΠΑ, ενώ ο ηθοποιός δέχθηκε απειλές, μέχρι και πυροβολισμούς έξω από το σπίτι του. Αποκάλυψη Τώρα Αμέσως, μετά θα γυρίσει το αμφιλεγόμενο και ιδιαιτέρως προκλητικό για την εποχή του «Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, για το οποίο θα δεχθεί επιθέσεις από το φεμινιστικό κίνημα, ενώ ευτυχώς θα έρθει μετά από έξι χρόνια το αριστουργηματικό αντιπολεμικό δράμα «Αποκάλυψη Τώρα», όπου θα παραδώσει μία σπαραχτική ερμηνεία και μία από τις πιο μυστηριώδεις εμφανίσεις, στο τέλος της συνταρακτικής ταινίας. Η συνέχεια γνωστή και σχεδόν ασήμαντη για τον κινηματογράφο και τον μύθο του, ο οποίος όμως δεν θα έσπαγε με τίποτα. Θυελλώδης Ο Μπράντο θα ζήσει μία θυελλώδη ζωή. Δεν είναι τόσο οι τρεις γάμοι και τα έντεκα παιδιά, που έκανε με τις συζύγους του ή με τις ερωτικές σχέσεις του, όσο ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις με εκατοντάδες γυναίκες και άντρες, στις οποίες περιλαμβάνονται και η Μέριλιν Μονρόε, η Ούρσουλα Άντρες, η Ρίτα Μορένο. Η ερωτική του επιθυμία έδειχνε ανεξάντλητη, πολλές φορές αρρωστημένη, αλλά αυτό που τον κατέβαλε ήταν ένα τρομερό έγκλημα, που συγκλόνισε την ψυχολογία του για πάντα. Ο πρωτότοκος γιος του Κρίστιαν θα καταδικαστεί το 1990 σε φυλάκιση 10 χρόνων για τη δολοφονία του εραστή της εγκύου και ετεροθαλούς αδερφής του Σεγιέν, η οποία θα αυτοκτονήσει έπειτα από πέντε χρόνια! Ανάστημα Οι αυτοκαταστροφικός του χαρακτήρας θα γίνει ιδιαιτέρως επικίνδυνος και για τον ίδιο, καθώς θα πέσει με τα μούτρα σε ένα ατελείωτο φαγοπότι, που θα τον φέρει αντιμέτωπο με την ασθένεια της παχυσαρκίας. Γρήγορα θα έρθει και ο διαβήτης και ακόμη σοβαρότερα προβλήματα, όπως ο καρκίνος του ήπατος. Ο Μπράντο θα πεθάνει την 1η Ιουλίου του 2004. Η ειρωνεία της τύχης θα τον φέρει να αφήνει την τελευταία του πνοή στο Ιατρικό Κέντρο Ρόναλντ Ρίγκαν, τον άνθρωπο που απεχθανόταν, όπως και τους ομοίους του. Το Χόλιγουντ σπάνια χάνει την παρτίδα και γνωρίζει να εκδικείται όσους σηκώνουν το ανάστημά τους και το αμφισβητούν. Και τον Μπράντο, πέρα από τις λιγοστές αλλά υπέροχες ταινίες του, τον προτιμούμε ως τον άνθρωπο που σήκωσε το ανάστημά του απέναντι στο βαρύ χολιγουντιανό καθεστώς αλλά και σε κάθε αδικία.
more
25
03
2024
«Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα», υμνείται στην ακολουθία των Χαιρετισμών της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μεγάλη και σπουδαία η θέση της Θεοτόκου Μαρίας στην Εκκλησία, ακριβώς γιατί ήταν το πρόσωπο εκείνο που έδωσε σάρκα στον Χριστό, που έδωσε στον Λόγο του Θεού την ανθρώπινη φύση. Όπως έχει επισημάνει σε γραπτά του κείμενα ο μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή όλων των Δεσποτικών εορτών. Στο απολυτίκιο της εορτής ψάλλουμε «σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ' αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις...». Το περιεχόμενο της εορτής αναφέρεται στο γεγονός κατά το οποίο ο αρχάγγελος Γαβριήλ -ο άγγελος εκείνος με τον οποίο συνδέονται όλα τα γεγονότα που έχουν σχέση με την ενανθρώπηση του Χριστού- επισκέφθηκε με εντολή του Θεού την Παναγία και την πληροφόρησε ότι έφθασε ο καιρός της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού, και ότι αυτή θα γίνη η μητέρα Του. (βλ. Λουκά α', 26-56). Εξάλλου, όπως έχει τονίσει ο σεβασμιώτατος, η λέξη «ευαγγελισμός» αποτελείται από δύο επιμέρους λέξεις, ήτοι ευ και αγγελία, και δηλώνει την καλή είδηση, την καλή αγγελία. Πρόκειται για την πληροφορία που δόθηκε διά του αρχαγγέλου ότι ο Λόγος του Θεού θα ενανθρωπήση για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ουσιαστικά πρόκειται για την εκπλήρωση της υποσχέσεως του Θεού, που δόθηκε μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας (βλ. Γεν. γ', 15), η οποία λέγεται πρωτευαγγέλιο. Γι' αυτό, η πληροφορία της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού είναι η μεγαλύτερη είδηση στην ιστορία. «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού, ευλογημένη συ εν γυναιξίν» (Λουκ. α', 28-29), της είπε ο αρχάγγελος Γαβριήλ που την αποκάλεσε «κεχαριτωμένη» και «ευλογημένη», αφού ο Θεός είναι μαζί της. Μάλιστα, το εκκλησιαστικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου αναφέρεται και στο Κοράνιο, το ιερό βιβλίο των Μουσουλμάνων (19:16-22). Σαφείς μαρτυρίες περί της έναρξης του εορτασμού του ευαγγελισμού της ενσάρκωσης του Ιησού δεν υπάρχουν. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι καθιερώθηκε να εορτάζεται στις 25 Μαρτίου κατά τα χρόνια που είχε πλέον καθιερωθεί ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή περί τον 4ο αι. Θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες γιορτές, γι' αυτό επιβάλλεται αποχή από κάθε εργασία. Λέγεται, χαρακτηριστικά, ότι ακόμη και τα χελιδόνια, που αρχίζουν να επιστρέφουν, σήμερα σταματούν να χτίζουν την φωλιά τους. Παλαιότερα, πιστευόταν ότι το βράδυ της παραμονής του Ευαγγελισμού ανοίγουν οι ουρανοί και ό,τι προλάβεις να ζητήσεις τη στιγμή εκείνη θα το αποκτήσεις. Γι' αυτό έλεγαν ότι όποιος γεννιέται την ημέρα αυτή είναι τυχερός σε όλη τη ζωή. Την ίδια, επίσης, βραδιά τα δέντρα χαμηλώνουν και προσκυνούν τη γη, το φαινόμενο όμως το βλέπουν μόνον οι δίκαιοι. «Η στιγμή που ο Λόγος έγινε σάρκα και κατοίκησε ανάμεσά μας...», «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν», κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, επηρέασε πολλούς και σημαντικούς εικαστικούς καλλιτέχνες, όπως οι Ντούτσιο, Λεονάρντο Ντα Βίντσι, Πάολο Ντε Ματέις, Καραβάτζιο, Μποτιτσέλι, Τζιότο, Ρούμπενς, Ελ Γκρέκο (Δομήνικος Θεοτοκόπουλος) και Ντονατέλο. Ωστόσο, ο δικός μας ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης τη «ζωγράφισε» με λόγια, σε απόσπασμα από το «Εικοστή πέμπτη Μαρτίου Ευαγγελισμός - Ελληνισμός»: «Μεμιάς ανοίγει ο ουρανός τα σύγνεφα μεριάζουν, οι κόσμοι εμείνανε βουβοί, παράλυτοι, κοιτάζουν. Μια φλόγ' αστράφτει... ακούονται ψαλμοί και μελωδία... Πετάει έν' άστρο... σταματά εμπρός εις τη Μαρία... "Χαίρε, της λέει, αειπάρθενε, ευλογημένη, χαίρε! Ο Κύριός μου είναι με σε. Χαίρε, Μαρία, χαίρε!"». Ήθη, έθιμα και παραδόσεις Σήμερα, παραμένει η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με μία εξαίρεση: η Εκκλησία επιτρέπει την ψαροφαγία («κατάλυσις ιχθύος», σύμφωνα με την εκκλησιαστική ορολογία), όπως και την Κυριακή των Βαΐων, λόγω της σπουδαιότητας της γιορτής. «Αν δεν έχεις να φας ψάρι, να γλείψεις ψαροκόκαλο», λένε σε πολλά μέρη της Ελλάδας, ενώ σχετικό είναι και το παιδικό τραγουδάκι «Του Ευαγγελισμού και των Βαγιώ,/τρώνε ψάρι και κολιό...». Το έδεσμα της ημέρας είναι ο μπακαλιάρος (βακαλάος) με ή χωρίς σκορδαλιά. Ο παστός μπακαλιάρος που καταναλώνουμε, εμφανίστηκε στο ελληνικό τραπέζι περί τον 15ο αι. και με την πάροδο του χρόνου καθιερώθηκε ως το πιάτο της εορτής του Ευαγγελισμού. Με εξαίρεση τα νησιά, όπου υπήρχε πάντα φρέσκο ψάρι, στην υπόλοιπη Ελλάδα ο παστός μπακαλιάρος ήταν η φθηνή και εύκολη λύση. Ιστορικά, εκείνοι που έστελναν στην Ελλάδα μεγάλες ποσότητες μπακαλιάρου ήταν οι Άγγλοι, οι οποίοι τον αντάλλασσαν με σταφίδα. Καταληκτικά και εν συντομία... «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ' αιώνος Μυστηρίου η φανέρωσις. Ο υιός του Θεού υιός της Παρθένου γίνεται και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται. Διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν: Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».
more
03
03
2024
Τη «φαμ φατάλ», μια γυναίκα γοητευτική και περισσότερο σαγηνευτική, τραυματισμένη από γεγονότα και καταστάσεις, μυστηριώδη, πολλές φορές επικίνδυνη, που κρύβει, καλά κρυμμένα, μυστικά. Το φιλμ νουάρ θριάμβευσε μεταπολεμικά, σαφώς επηρεασμένο από το κραχ του 1929, καθώς το «αμερικάνικο όνειρο» άρχισε να «χλομιάζει», να δίνει τη θέση του σε μια γενικευμένη εικόνα διάβρωσης του συστήματος, της απαισιοδοξίας που κυριαρχεί. Άμεσα επηρεασμένες από τη σκοτεινή και δυσοίωνη αισθητική του γερμανικού εξπρεσιονισμού, οι ταινίες νουάρ ανέδειξαν θρυλικούς ήρωες και αξέχαστες γυναίκες δηλητήριο. Οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες της εποχής θα αξιοποιήσουν τα μέγιστα τα ψαγμένα σενάρια, αλλά προηγουμένως θα πρέπει να βρουν την ιδανική επιλογή που θα σταθεί απέναντι στον ήρωα, την «φαμ φατάλ», που θα στοιχειώσει τον θεατή. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, μέσα από εμβληματικές ταινίες τους, δέκα από τις αξέχαστες θρυλικές ηθοποιούς, που συνέδεσαν το όνομά τους με το φιλμ νουάρ και τους ρόλους «φαμ φατάλ», που ακόμη και σήμερα παραμένουν πρότυπα και σημεία αναφοράς στον κινηματογράφο. Μπάρμπαρα Στάνγουικ Μαζί με την Τζόαν Κρόφορντ, ίσως να είναι η καλύτερη έκφανση του ορισμού «φαμ φατάλ», καθώς ήταν ακαταμάχητη ως επικίνδυνη μοιραία γυναίκα - σωστός δαίμονας. Η Μπάρμπαρα Στάνγουικ (1907-1990) μπορεί να μην είχε την ομορφιά της Γκρέις Κέλι ή της Όντρεϊ Χέπμπορν, τον μύθο της Μπέτι Ντέιβις, αλλά διέθετε στον ιδανικό βαθμό όλα τα χαρακτηριστικά μιας «φαμ φατάλ». Μπορεί να μην κέρδισε ποτέ το Όσκαρ, αν και προτάθηκε τέσσερις φορές, ωστόσο οι ερμηνείες της παραμένουν εμβληματικές, σε ό,τι και να έκανε, από πνευματώδη κωμωδία, μέχρι δράμα και φυσικά φιλμ νουάρ. Στις «Αμαρτωλές Γυναίκες» (1946) του Λιούις Μάλστοουν, όπου υποδύεται μία πλούσια κληρονόμο με σκοτεινό παρελθόν και σύζυγος ενός εισαγγελέα, θα ξανασυναντήσει τον νεανικό της έρωτα, που όμως γνωρίζει το εγκληματικό παρελθόν της. Ταινία πρότυπο του μελοδραματικού φιλμ νουάρ, με την Στάνγουικ να θέλει να παρασύρει τον Βαν Χέφλιν και τον - στην πρώτη του εμφάνιση - Κερκ Ντάγκλας στην κόλαση. Ρίτα Χέιγουορθ Μπορεί να μην ήταν ιδιαίτερα ταλαντούχα ηθοποιός, αλλά ήταν απαράμιλλης ομορφιάς και σε συνδυασμό με το σεξ απίλ που διέθετε, έμεινε στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Η Ρίτα Χέιγουορθ (1918-1987) όμως θα είναι και το συνώνυμο της «Τζίλντας», του κλασικού φιλμ νουάρ που γύρισε το 1946 ο Τσαρλς Βίντορ, αν και ίσως ήταν καλύτερη στα χέρια του Όρσον Γουέλς στο περίφημο φιλμ νουάρ «Η Κυρία από τη Σαγκάη». Ωστόσο, στην «Τζίλντα» ως η μοιραία γυναίκα ενός γκάνγκστερ που ερωτεύεται το πρωτοπαλίκαρό του (ένας εξαιρετικός Γκλεν Φορντ), θα καταστεί σύμβολο της χρυσής περιόδου του Χόλιγουντ. Λορίν Μπακόλ Δεν έκανε μόνο τον Μπόγκαρντ να ξετρελαθεί μαζί της, αλλά και το κοινό, με την θεαματική είσοδό της στον κινηματογράφο σε ηλικία μόλις 20 ετών. Μοναδικής γοητείας γυναίκα, ψηλή, με εντυπωσιακό πρόσωπο και χαρακτηριστική μπάσα φωνή, η Λορίν Μπακόλ (1924-2014) θα έχει την τύχη να συνεργαστεί με σπουδαίους σκηνοθέτες από την αρχή και να έχει κατακτήσει την καρδιά του Μπόγκαρντ. Το 1946 ο μέγας Χάουαρντ Χοκς θα γυρίσει το περίφημο νουάρ «Ο Μεγάλος Ύπνος», μεταφέροντας στην οθόνη το αστυνομικό μυθιστόρημα του Ρέιμοντ Τσάντλερ σε σενάριο Γουίλιαμ Φόκνερ και Λι Μπράκετ κι έχοντας στο ρόλο του ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου τον Μπόγκι και ως γυναίκα πειρασμό την Μπακόλ. Τζιν Τίρνεϊ Το πανέμορφο πρόσωπό της και οριακά αθώο, δεν φαινόταν προορισμένο για ρόλους «φαμ φατάλ». Και όμως, η Τζιν Τίρνεϊ (1920-1991), μία εύπλαστη και ικανότατη ηθοποιός θα κρατήσει τον ρόλο της μοιραίας στο αριστουργηματικό νουάρ «Λάουρα» που γύρισε ο Ότο Πρέμιγκερ το 1944. Φοβερή ταινία, με την εμμονή του ήρωα αστυνομικού με μία νεκρή, που ανακαλύπτει ότι είναι ζωντανή, ενώ η ζωή της συνεχίζει να κινδυνεύει. Δίπλα της ο Ντάνα Άντριους. Άβα Γκάρντνερ Ναι, πρόκειται για τη θρυλική Άβα, μία από τις πιο καυτές και θελκτικές σταρ του Χόλιγουντ. Η Άβα Γκάρντνερ (1922-1970), που θα μείνει ως η «Ξυπόλητη Κόμισσα», διέπρεψε και στα φιλμ νουάρ, με σημαντικότερο αυτό των «Δολοφόνων» που γύρισε ο Ρόμπερτ Σιόντμακ το 1946. Η Γκάρντνερ, θα επιλέξει το θύμα της, τον Μπαρτ Λάνκαστερ, έναν κυνηγημένο που θα τον φέρει ανυπεράσπιστο απέναντι σε δολοφόνους. Κλασικό νουάρ με ένα πρωταγωνιστικό ζευγάρι που η χημεία του παραμένει ανεξίτηλη. Λάνα Τάρνερ Θρυλική σεξοβόμβα του Χόλιγουντ, που θα μείνει στην ιστορία για τις υπέροχες αναλογίες της, το πλατινέ μαλλί και φυσικά την πολυτάραχη ζωή της. Η Λάνα Τάρνερ (1921-1995) , μπορεί να μην ήταν η μεγάλη ηθοποιός, αλλά και μόνο άμα τη εμφανίσει αναστάτωνε. Θα πρωταγωνιστήσει στο πασίγνωστο φιλμ νουάρ «Ο Ταχυδρόμος Χτυπά Πάντα Δυο Φορές» (1946), που αποτελεί διασκευή του βιβλίου του Τζέιμς Κέιν. Η Τάρνερ, θα υποδυθεί τη γυναίκα ενός μεσήλικα ιδιοκτήτη βενζινάδικου που θα ερωτευθεί έναν περιφερόμενο νεαρό, τον οποίο θα πείσει να σκοτώσει τον άντρα της. Ο εξαίρετος Τζον Γκάρφιλντ, στον ρόλο του εραστή, πραγματικά μοιάζει λίγος δίπλα στην ακαταμάχητη γοητεία της Τάρνερ. Βερόνικα Λέικ Ακόμη ένα σέξι σύμβολο, που όσο γρήγορα ανέβηκε στα ουράνια της δόξας άλλο τόσο γρήγορα κατέβηκε στην κόλαση, ζώντας έναν εφιάλτη που τερματίστηκε πρόωρα και επώδυνα. Η ξανθομάλλα, με τις μπούκλες και το σαγηνευτικό πρόσωπο, Βερόνικα Λέικ {1922-1973) θα μείνει στην ιστορία ως η «Γαλάζια Ντάλια», από το ομώνυμο φιλμ νουάρ που γύρισε ο άνισος επαγγελματίας του Χόλιγουντ Τζορτζ Μάρσαλ. Το σενάριο, του Ρέιμοντ Τσάντλερ, αναφέρεται στον Τζόνι που γυρίζει από τον πόλεμο και διαπιστώνει ότι η γυναίκα του έχει εραστή. Όταν τη βρίσκει νεκρή, η αστυνομία τον κατηγορεί, αλλά του συμπαραστέκεται η ωραία σύζυγος ενός ιδιοκτήτη νάιτ κλαμπ, η Βερόνικα Λέικ. Ο πρωταγωνιστής Άλαν Λαντ θα φτιάξει ένα υπέροχο κινηματογραφικό ζευγάρι με την Λέικ και θα γυρίσουν μαζί ακόμη πέντε ταινίες. Μαίρη Άστορ Σημαντική ηθοποιός, που διέγραψε σημαντική πορεία στον κινηματογράφο με την ελκυστική προσωπικότητά της και το βάθος των ερμηνειών της. Η Μαίρη Άστορ (1906-1987) όμως θα μείνει στη μνήμη όλων των σινεφίλ για τον ρόλο ως η μοιραία γυναίκα της αριστουργηματικής ταινίας, ορόσημο για το είδος, «Το Γεράκι της Μάλτας» που γύρισε ο Τζον Χιούστον το 1941, βασισμένος στο ομότιτλο βιβλίο του Ντάσιελ Χάμετ. Έχοντας να αντιμετωπίσει τον θρύλο Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, αλλά και τους εκπληκτικούς καρατερίστες Πίτερ Λόρε και Σίντνεϊ Γκρίνστριτ, η Άστορ θα κατακτήσει το δικό της μερίδιο στην επιτυχία της κλασικής ταινίας. Τζόαν Κρόφορντ Παλιά καραβάνα, από τις σταρ θρύλους για την σκληρή έως και γεμάτη κακίες προσωπικότητά της και τους μύθους που την ακολουθούν ακόμη και σήμερα. Η Τζόαν Κρόφορντ (1904-1977) είχε μία ζωή φουρτουνιασμένη, με διαμάχες και αντισυμβατική συμπεριφορά. Στο φιλμ νουάρ «Τα Λύτρα του Πόνου» (1947) του Κέρτις Μπέρνχαρντ και με συμπρωταγωνιστή τον Βαν Χέφλιν, θα περάσει με ευκολία, περισσότερο απ' όλες, τα χαρακτηριστικά της δαιμονικής, σαγηνευτικής γυναίκας. Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο ότι θα μετατρέψει και την ηρωίδα του περίφημου κλασικού γουέστερν «Τζόνι Κιτάρ» σε μία «φαμ φατάλ». Πραγματικά δονεί την οθόνη με την ένταση του ερωτισμού της, έχοντας δίπλα της τον «κουλ» Στέρλινγκ Χέιντεν. Φέι Ντάναγουεϊ Φυσικά υπάρχουν και οι διάδοχες των φαμ φατάλ. Με το νεονουάρ που ορισμένες φορές έχει θαυμαστές εκλάμψεις ξεχώρισαν και ορισμένες σταρ των κοντινών εποχών μας, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την Φέι Ντάναγουεϊ. Στην ταινία ορόσημο «Τσαϊνατάουν» (1974) του Ρομάν Πολάνσκι - μακράν η καλύτερη ταινία του είδους - είναι η μοιραία γυναίκα που έρχεται από το ένδοξο παρελθόν, για να μπλεχτεί σε μια ιστορία μοιχείας και ακραίας διαφθοράς. Δίπλα της ο απίστευτος Τζακ Νίκολσον, στον ρόλο της ζωής του και ο υποβλητικός Τζον Χιούστον.
more
27
02
2024
Όμως, όλα άρχισαν εντελώς διαφορετικά, καθώς κανένας δεν είχε πιστέψει σε αυτό το «περίεργο» και χαμηλού προϋπολογισμού γουέστερν, πέρα από τον Ίστγουντ, τον άσημο τότε ηθοποιό, που η αμοιβή του ήταν πραγματικά «μια χούφτα δολάρια». Πάντως, αν γνώριζε ο Κλιντ εκείνη την εποχή την ικανότητα των συντελεστών της ταινίας, θα έπρεπε να δώσει και από την τσέπη του, για να πάρει τον θρυλικό ρόλο του «μοναχικού ήρωα χωρίς όνομα». Υπογράφοντας με ψευδώνυμα Η ταινία, βασίζεται στο φιλμ «Γιοζίμπο», που γύρισε τρία χρόνια πριν, το 1961, ο μέγας Ακίρα Κουροσάβα και αποτελεί το πρώτο μέρος της «τριλογίας του δολαρίου», θα κάνει πρεμιέρα το 1964, έχοντας στους τίτλους μόνο τον τότε σχεδόν άσημο Κλιντ Ίστγουντ, αφού όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές είχαν επιλέξει να υπογράψουν με ψευδώνυμα! Ο Σέρτζιο Λεόνε ως Μπομπ Ρόμπερτσον, ο Ένιο Μορικόνε ως Λέο Νίκολς, ο διευθυντής φωτογραφίας Μάσιμο Νταλαμάνο ως Τζακ Ντάλμας και ο συμπρωταγωνιστής και ήδη καταξιωμένος ηθοποιός του ευρωπαϊκού σινεμά, Τζιαν Μαρία Βολοντέ ως Τζον Γουέλς. Αναγέννηση Το ιδιαιτέρως χαμηλού προϋπολογισμού φιλμ, ιταλικής και ισπανικής παραγωγής, θα είναι το πρώτο μίας σειράς από σπαγγέτι - γουέστερν, για παραπάνω από δέκα χρόνια, ένα είδος που τίμησαν τότε ο Σέρτζιο Κορμπούτσι, μπήκε στο πνεύμα του ο πολύς Σαμ Πέκινπα και ο Ντον Σίγκελ, ο ίδιος ο Κλιντ Ίστγουντ και πολλά χρόνια αργότερα, ο Κουέντιν Ταραντίνο. Ήταν και η τελευταία απόπειρα αναγέννησης του αγαπημένου κινηματογραφικού είδους, καθώς το κλασικό γουέστερν είχε τελειώσει ουσιαστικά από τα τέλη της δεκαετίας του '60. Σπαγγέτι Η συγκυρία να ενώσουν τις δυνάμεις τους οι τρεις βασικοί συντελεστές - Λεόνε, Ίστγουντ και Μορικόνε- αλλά και η βούληση ότι το κλασικό γουέστερν είχε αρχίσει να κουράζει επικίνδυνα με τις αρχές και αξίες των αμερικάνικων ιδεωδών, έφερε τα σπαγγέτι - γουέστερν στην επιφάνεια. Κύρια χαρακτηριστικά ο ήρωας με το άγνωστο και αμφιλεγόμενο παρελθόν, η έξαψη της βίας, η παρακμιακή ατμόσφαιρα, οι διφορούμενοι χαρακτήρες, η ξεχωριστή μουσική, τα λοξά πλάνα, αλλά και ότι είναι κατά βάση γυρισμένα από Ιταλούς σκηνοθέτες, με τεχνικό τιμ και δευτερεύοντες ρόλους από Ισπανούς. Η πίστη του Κλιντ και οι καραμπόλες Εδώ, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κλιντ Ίστγουντ, ο μόνος που πίστεψε στο φιλμ, δεν ήταν η πρώτη επιλογή για το ρόλο του «ανθρώπου χωρίς όνομα», τον οποίο πήρε τελικά μετά από απίστευτες καραμπόλες. Ο Λεόνε είχε προσφέρει τον ρόλο στον Τζέιμς Κόμπερν, ο οποίος ζήτησε υπέρογκη αμοιβή, ενώ η δεύτερη επιλογή ήταν ο Τσαρλς Μπρόνσον που είχε απορρίψει, ως απαράδεκτο, το σενάριο. Ακόμη και ο Ρίτσαρντ Χάρις δεν θέλησε να συμμετάσχει και πρότεινε τον Έρικ Φλέμινγκ, ο οποίος τελικά έδειξε τον Κλιντ Ίστγουντ. Απαράμιλλο στιλ Ο πανύψηλος και γοητευτικός ηθοποιός, που μέχρι τότε έπαιζε ρόλους σε τηλεοπτικές σειρές γουέστερν, αρπάζοντας την ευκαιρία που του έδωσε ο Λεόνε, θα είναι υπεύθυνος για το απαράμιλλο στιλ του κεντρικού ήρωα. Αγόρασε τα σκουρόχρωμα τζιν από ένα μαγαζάκι στην Χόλιγουντ Μπούλεβαρντ, βρήκε το καπέλο στη Σάντα Μόνικα, φορούσε το ίδιο και άπλυτο πόντσο και στις τρεις ταινίες (ακολούθησαν τα φιλμ «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» και «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος»), ενώ υιοθέτησε με ενθουσιασμό την ιδέα του Ιταλού σκηνοθέτη να έχει μόνιμα στο στόμα ένα πουράκι, παρότι δεν κάπνιζε ο ίδιος. Άγρια Δύση Ο Σέρτζιο Λεόνε, που γύρισε ελάχιστες ταινίες, καθώς πέθανε πρόωρα σε ηλικία 59 ετών, μέχρι το 1964 είχε σκηνοθετήσει μόλις δυο παραγωγές, με πιο γνωστή τον «Κολοσσό της Ρόδου» με τον Ρόρι Καλχούν. Ο Λεόνε θα πάρει το στόρι του Κουροσάβα και θα το μεταφέρει στην «Άγρια Δύση» με λιτότητα και χωρίς να δημιουργεί απαιτήσεις για παράλληλες αναγνώσεις και κρυφά μηνύματα. Ένας μοναχικός άνδρας, που περνά από ένα παρακμασμένο και σχεδόν ερημωμένο χωριό στα σύνορα με το Μεξικό, θα εκμεταλλευτεί τη διαμάχη ανάμεσα σε δυο φατρίες παρανόμων και έχοντας ως εφόδιο τη διαμάχη και την απληστία τους, θα τους εξολοθρεύσει, χαρίζοντας την ειρήνη και την ηρεμία στο χωριό, εγκαταλείποντάς το προς άγνωστη κατεύθυνση. Ο εμβληματικός τίτλος, άλλωστε, τα λέει όλα για τη διαχρονική τρέλα του χρήματος. Ιδιοφυής σκηνοθεσία Και μόνο απ' τα πρώτα πλάνα καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με τα γουέστερν που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε. Ένα μικρό παιδί που ψάχνει τη μητέρα του, θα εκδιωχθεί από έναν μπράβο της συμμορίας. Το κλωτσά, το πυροβολεί γύρω από τα πόδια και το βρίζει. Ήδη, ο Λεόνε έχει πυροδοτήσει τα αισθήματα του θεατή, έχει εξάψει το ενδιαφέρον του, ενώ ο πηγαίος σαρκασμός του θα διατηρηθεί μέχρι τέλους. Με ψαγμένα και εξόχως στυλιζαρισμένα πλάνα, καδράροντας σε λεπτομέρειες, αλλά και στο πρόσωπο του Ίστγουντ και ξετυλίγοντας το στόρι του με μία ιδιαίτερη οικονομία, θα κερδίσει το στοίχημα και θα φτιάξει ένα μύθο, ένα ολόκληρο κινηματογραφικό είδος. Ο μαέστρος Πριν, όμως, από τα πρώτα πλάνα του Λεόνε, υπάρχει κάτι που θα μας σημαδέψει για πάντα. Είναι η πρωτόγνωρη και εκπληκτική μουσική του Ένιο Μορικόνε. Μια μουσική που έγραψε πριν από τα γυρίσματα, κατ' απαίτηση του Λεόνε, αφού ήθελε να σκηνοθετεί ακούγοντας τη μουσική. Ο μοναδικός Ρωμαίος συνθέτης, θα εισάγει για πρώτη φορά σφυρίχτρες, κουδούνια, ιταλικά λαϊκά όργανα, θεόπνευστα πνευστά και έγχορδα που στριγκλίζουν και τα συνθέτει με μαγικό τρόπο. Γιατί αν τα σπαγγέτι - γουέστερν του Λεόνε ήταν θαυμαστά, οι μουσικές του Μορικόνε τα έκαναν αθάνατα. Θρυλική ταινία Ο Σέρτζιο Λεόνε, που έφτασε στην κορυφή με το αριστουργηματικό σπαγγέτι γουέστερν «Κάποτε στη Δύση», θα φύγει πρόωρα το 1989, αλλά είχε προλάβει να αφήσει για πάντα το στίγμα του στον κινηματογράφο. Ο Ένιο Μορικόνε θα έχει μία μακρά και αξιοθαύμαστη πορεία, θα καταστεί ως κορυφαίος συνθέτης του κινηματογράφου, χωρίς καμία αμφιβολία, ενώ ο Κλιντ Ίστγουντ, ο μόνος που είναι ακόμη ζωντανός και εξακολουθεί να είναι ενεργός πίσω και μπροστά από την κάμερα, θα φτιάξει έναν προσωπικό μύθο και μια αμύθητη περιουσία χάριν της κλασικής σήμερα ταινίας «Για Μια Χούφτα Δολάρια». Μιας θρυλικής ταινίας, που όσο περνούν τα χρόνια τόσο με βεβαιότητα πιστεύουμε ότι δεν θα είχε ποτέ αυτή την επιτυχία αν έλειπε έστω κι ένας από τους τρεις βασικούς συντελεστές της.
more
13
02
2024
Η Σίρλεϊ Τεμπλ, είναι μία και μοναδική περίπτωση ηθοποιού, που γεννήθηκε στη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ, αμέσως μετά την έλευση του ήχου, αλλά κυρίως έπειτα από το «μεγάλο κραχ», όταν ο κινηματογράφος έδινε διέξοδο στα βάσανα εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο πρόεδρος Ρούσβελτ είχε δηλώσει τότε: «είναι θαυμάσιο ότι με 15 σεντς ένας Αμερικάνος μπορεί να πάει στον κινηματογράφο, να κοιτάξει το χαμογελαστό πρόσωπο ενός μωρού και να ξεχάσει τα προβλήματά του». Και για την ακρίβεια, το χαμογελαστό πρόσωπο ενός αγγέλου, με ξανθές μπούκλες, που τραγουδούσε, χόρευε και έπαιζε με την άνεση μίας ολοκληρωμένης ηθοποιού, μεταφέροντας εκείνες τις δύσκολες εποχές το μήνυμα «να είστε αισιόδοξοι», από το ομώνυμο τραγούδι. Και συνάμα το απόλυτο εμπορικό «προϊόν» του Χόλιγουντ που το εκμεταλλεύτηκε πέρα από κάθε όριο, ακόμη και βασανίζοντάς το, αφού ποτέ οι ισχυροί των μεγάλων στούντιο δεν σεβάστηκαν την τρυφερή ηλικία του, αντιθέτως, μάλιστα, κάποιοι το είδαν και ως σεξουαλικό παιχνίδι! Ένα παιδί που στη μεγάλη οθόνη χάριζε το γέλιο και την αισιοδοξία και στα παρασκήνια γνώρισε μεγάλο μέρος του σκοτεινού προσώπου του Χόλιγουντ. Συμπληρώνοντας 10 χρόνια από τον θάνατό της (10 Φεβρουαρίου 2014), είναι ευκαιρία να θυμηθούμε πως ξεκίνησε τη θρυλική της διαδρομή στον κινηματογράφο και πως κατάφερνε να γεμίζει με εκατομμύρια θεατές τις αίθουσες, αλλά και να αποτοξινωθεί από το Χόλιγουντ. Η ματαιόδοξη μητέρα Η Σίρλεϊ Τεμπλ γεννήθηκε στις 23 Απριλίου του 1928 στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας και ήταν το τρίτο παιδί της νοικοκυράς, αλλά ιδιαιτέρως ματαιόδοξης Γερτρούδη Τεμπλ και του τραπεζικού υπαλλήλου Τζορτζ Τεμπλ. Η οικογένεια -αγγλικής, ολλανδικής και γερμανικής καταγωγής - μετακόμισε στο Λος Άντζελες, όπου η μητέρα της Τεμπλ την ενθάρρυνε να αναπτύξει το ταλέντο της στο τραγούδι, τον χορό και την υποκριτική. Μάλιστα, η μητέρα της είχε και την ιδέα για τις μπούκλες των μαλλιών της. Την Τεμπλ την εντόπισε στη σχολή χορού ο Τσαρλς Λαμόντ, διευθυντής κάστινγκ της Educational Pictures, ο οποίος την κάλεσε σε ακρόαση και άμεσα η μητέρα της υπέγραψε συμβόλαιο με το στούντιο το 1932. Θα ξεκινήσει τις εμφανίσεις της στη μεγάλη οθόνη στο «Baby Burlesks», με δεκάλεπτες αρχικά και στη συνέχεια 20λεπτες κωμωδίες που σατίριζαν ταινίες ενηλίκων της εποχής, ενώ χαρακτηριστική ήταν η ερμηνεία της ως τραγουδίστρια ενός σαλούν, με μεταξωτά εσώρουχα, φιλιά σε γλειφιτζούρια και άλλα πολλά, υποδυόμενη τη σέξι σταρ Μέι Γουέστ! Τα υπονοούμενα αυτά θα δημιουργήσουν όχι και πολύ αργότερα ό,τι πιο απεχθές, ανάμεσα σε κύκλους του Χόλιγουντ και ισχυρών παραγόντων. Μια διαστροφή, μια ανώμαλη φαντασίωση, που πέρα από ορισμένα στοιχεία, που βγήκαν στη δημοσιότητα, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε μέχρι που έφτασε η κακοποίηση. Αυτόγραφο στον Άγιο Βασίλη Η Σίρλεϊ Τεμπλ, καθόλου περίεργο, σταμάτησε να πιστεύει στον Άγιο Βασίλη από τα έξι της χρόνια, όταν η μητέρα της την πήγε να τον δει σε ένα εμπορικό κέντρο κι εκείνος της ζήτησε αυτόγραφο! Από κει και πέρα όμως δεν ήταν απλώς μια παραδοξολογία η αντιμετώπιση που είχε από τα στούντιο. Το κορίτσι με τις χρυσές μπούκλες και το μωρουδίστικο προσωπάκι, τύγχανε συχνά κακής μεταχείρισης. Μία χαρακτηριστική περίπτωση ήταν και αυτή κατά τη διάρκεια της ταινίας «Runt Page» του 1932, όταν έπαθε λοίμωξη στο αυτί και χρειάστηκε να νοσηλευτεί. Ο παραγωγός επέμενε ότι αν δεν βρισκόταν στο στούντιο το επόμενο πρωί, θα την αντικαθιστούσε. Ερωτικό παιχνίδι Στο πρόσφατο σχετικά φιλμ νουάρ «Λος Άντζελες, Εμπιστευτικό» (1997), το στόρι περιστρέφεται γύρω από έναν επιχειρηματία προαγωγό, ο οποίος γυρίζει πορνό με σωσίες γνωστών σταρ της εποχής, αλλά και διοργανώνει όργια με τις ίδιες «πρωταγωνίστριες». Σε κάποιο πλάνο απ' αυτά τα όργια, σε μια άκρη φαίνεται ένα κοριτσάκι να «παίζει» με έναν μεσήλικα. Το παιδάκι ήταν πλάτη, αλλά οι μπούκλες σήμα κατατεθέν είναι φανερό ότι παρέπεμπαν στην Τεμπλ. Όπως έχει γίνει γνωστό, πριν ακόμη πάει στο Γυμνάσιο η Σίρλεϊ, θα έρθει και το αποκορύφωμα της παιδικής εκμετάλλευσής της, της πρώτης σεξουαλικής κακοποίησης, όταν θα συναντηθεί για πρώτη φορά με τον ισχυρό παραγωγό της MGM. Ο Άρθουρ Φριντ κατέβασε το φερμουάρ του παντελονιού του μπροστά στο πρόσωπο της Τεμπλ. Οι φήμες λένε ότι εκείνη αντιμετώπισε ασυναίσθητα το θλιβερό περιστατικό με ένα νευρικό γέλιο. Η συνέχεια αγνοείται. Επίσης, όταν πλέον είχε μπει στα 17 της, ο πανίσχυρος και κορυφαίος παραγωγός τεράστιων επιτυχιών Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ την κυνηγούσε κυριολεκτικά γύρω από το γραφείο του απαιτώντας να υποκύψει στις σεξουαλικές ορέξεις του. Οι φήμες και το Βατικανό Οι φήμες γύρω από το φαινόμενο Σίρλεϊ Τεμπλ ήταν τόσο έντονες στην εποχή της δόξας της, που έφτασαν στα όρια των θρύλων. Ορισμένες διαψεύστηκαν από τον χρόνο και τη στοιχειώδη λογική. Άλλες παραμένουν εκεί ψηλά, να τονίζουν τον μύθο του Χόλιγουντ. Οι πρώτες φήμες διαχύθηκαν στη δημόσια σφαίρα από τις δημόσιες σχέσεις της Fox, υποστηρίζοντας ότι η Τεμπλ ήταν φυσικό ταλέντο, χωρίς εκπαίδευση. Επίσης, υπήρξαν φήμες ότι φορούσε περούκα και γι' αυτό πολλοί θαυμαστές τής τραβούσαν τα μαλλιά της για να δουν αν είναι αληθινά. Όμως, η πιο ακραία φήμη ήταν εκείνη ότι η Τεμπλ δεν ήταν παιδί, αλλά νάνος 30 ετών! Μάλιστα, το Βατικανό έστειλε απεσταλμένο τον πατέρα Σίλβιο Μασάντε για να ερευνήσει αν ήταν πράγματι παιδί... Θεραπεύτρια Η Σίρλεϊ Τεμπλ, έπαιξε σε αμέτρητες ταινίες, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι πριν γίνει έξι ετών είχε παίξει ήδη σε 40 φιλμ. Όπως αναφέρει ο βιογράφος της Τζον Κάσον, σχεδόν σε όλες τις ταινίες έπαιζε το ρόλο της «συναισθηματικής θεραπεύτριας», ενώνοντας συνήθως τα μέλη μίας αποξενωμένης οικογένειας, δίνοντας λύσεις σε διαμάχες μεταξύ παραδοσιακών και σύγχρονων συμπεριφορών. Πολλές φορές ορφανή δημιουργούσε το αίσθημα της αγάπης και προστασίας για αυτήν, ενώ πάντα ανέδιδε το αίσθημα της αισιοδοξίας, απαραίτητο συστατικό στην περίοδο της βαθιάς ύφεσης, με τις στρατιές ανέργων και οικονομικά εξαθλιωμένων Αμερικάνων. Όσκαρ Το 1935, σε ηλικία 7 χρόνων κέρδισε το Όσκαρ Α νεανικού ρόλου, το οποίο από τότε δεν ξαναδόθηκε. Η επιτυχία της ήταν απίστευτη αλλά ουδόλως τυχαία. Ο κόσμος έκανε ουρές στα ταμεία για να γελάσει με τα σκέρτσα της, ενώ οι κούκλες Σίρλεϊ Τεμπλ, οι οποίες κυκλοφόρησαν πολύ σύντομα, μετά τις πρώτες της επιτυχίες, ξεπέρασαν σε πωλήσεις τα έξι εκατομμύρια. Συνταξιοδότηση Σε ηλικία 21 ετών η Τεμπλ κι ενώ είχε ήδη χρεωθεί κάποιες αποτυχίες στην καριέρα της, αφού ο κόσμος την προτιμούσε ως παιδί θαύμα, με τις μπούκλες της, θα πάρει την απόφαση να αποσυρθεί από τα κινηματογραφικά πλατό. Έχοντας ένα διαζύγιο, από τον γνωστό ηθοποιό Τζορτζ Άγκαρ, μια κόρη κι ένα νέο σύζυγο, τον επιχειρηματία Τσαρλς Μπλακ, με τον οποίο απέκτησε άλλα δύο παιδιά, θα έχει ενεργό συμμετοχή τόσο σε ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά σόου, αλλά ποτέ δεν επανήλθε στον κινηματογράφο. Η τελευταία της ταινία ήταν το 1948 στο θαυμάσιο γουέστερν του Τζον Φορντ «Επέλαση την Αυγή», κρατώντας τον ρόλο της κόρης του Χένρι Φόντα, που πολιορκεί ο πρώτος σύζυγός της Άγκαρ. Ως ενήλικη η Σίρλεϊ Τεμπλ βρήκε διέξοδο αφιερώνοντας τη ζωή της στα κοινά. Ως μέλος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος θα γίνει πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Γκάνα, ενώ το 1989 έγινε πρέσβειρα στην Τσεχοσλοβακία. Η Τεμπλ, πέθανε σε ηλικία 85 ετών, το 2014, στο σπίτι της στο Γούντσαϊντ της Καλιφόρνιας, από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Ήταν μανιώδης του τσιγάρου, αλλά ποτέ δεν επιδείκνυε τη συνήθειά της αυτή, εν αντιθέσει με τον καρκίνο του μαστού που την έπληξε στα 44 χρόνια της και τον δημοσιοποίησε προκειμένου να περιοριστούν οι ένοχοι ψίθυροι γύρω από την ασθένεια και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης. Η Σίρλεϊ Τεμπλ, συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αποτελεί ένα μοναδικό φαινόμενο, ένα παιδί που έχασε την ηλικία της αθωότητας, που γνώρισε από την καλή και την ανάποδη το Χόλιγουντ και πλήρωσε σοβαρό τίμημα για την αθάνατη δόξα της.
more
11
12
2023
Η έκθεση γίνεται σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος (ESA), το “THE U.S. SPACE & ROCKET CENTER” και το Space Camp του, το “MARSHALL SPACE FLIGHT CENTER” της NASA και τον Ιταλικό Διαστημικό Οργανισμό (ASI). Αυτό που προσφέρει στους επισκέπτες της συγκεκριμένη έκθεση είναι μία μοναδική εμπειρία να γνωρίσουν από κοντά την ιστορία της κατάκτησης του διαστήματος από τον άνθρωπο καθώς φυσικά και να δούνε από κοντά την τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε από την αρχή που ξεκίνησε αυτό το μαγευτικό ταξίδι μέχρι και σήμερα. Το Athens24 βρέθηκε εκεί για να σας περιγράψει και να σας πει για τα μοναδικά αυτά εκθέματα – 50 στον αριθμό – που βρίσκονται εκεί, καθώς φυσικά και τις δραστηριότητες που μπορείτε να κάνετε μικροί και μεγάλοι. Τι είναι αυτό που μπορείτε να δείτε λοιπόν στα 1.500 τετραγωνικά μέτρα της έκθεσης; Αρχικά να πούμε πως το εισιτήριο για την είσοδο στην έκθεση κοστίζει 18€ (Ενήλικες) και 15€ (Παιδιά) για Σάββατο/Κυριακή/Αργίες και 15€ (Ενήλικες) και 12€ (Παιδιά) για τις Καθημερινές, βέβαια υπάρχουν ειδικές προσφορές για φοιτητές, ανέργους και πολύτεκνους. Μπαίνοντας λοιπόν μέσα στο χώρο της έκθεσης υπάρχουνε ειδικά σήματα που σε καθοδηγούν έτσι ώστε να καταφέρεις να να δεις όλα τα εκθέματα. Σε κάθε έκθεμα υπάρχει αναλυτικά η ιστορία του, αλλά και το που χρησιμοποιήθηκε. Να πούμε ότι υπάρχουνε πάρα πολλές στολές από τις αποστολές που γίνανε κατά διαστήματα κυρίως στη σελήνη και η ιστορία των αστροναυτών που έκανα την εξερεύνηση, μάλιστα υπάρχει και ένα σημείο στο οποίο θα βρείτε ένα πραγματικό κομμάτι από την σελήνη και θα έχετε τη δυνατότητα να το αγγίξετε! Επίσης, θα μπορέσετε να δείτε χειρόγραφες σημειώσεις για το πώς ξεκίνησε όλο αυτό το μαγικό ταξίδι για την εξερεύνηση και την κατάκτηση του διαστήματος και φυσικά να δείτε κάτω από ποιες συνθήκες οι αστροναύτες ζούνε πάνω στους διαστημικούς σταθμούς, πράγμα που σημαίνει ότι θα δείτε τα πραγματικά δωμάτια που είχανε οι αστροναύτες έτσι ώστε να μπορούν να ξεκουράζονται τις τουαλέτες τις οποίες χρησιμοποιούσαν και φυσικά μπορείτε να δείτε και αρκετά δείγματα από τα φαγητά τα οποία τρώνε οι αστροναύτες στο διάστημα. Ξεχωρίσαμε την κεφαλή από την αποστολή Apollo στη σελήνη αλλά και φυσικά τα δύο μεγάλα πιλοτήρια τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε πυραύλους για αποστολές στο διάστημα. Μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε ότι προς το τέλος της έκθεσης υπάρχει μία ένα ομοίωμα στολής αστροναύτη, την οποία μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε για να βγάλετε φωτογραφίες μέσα στη στολή κάτι που είναι δωρεάν και μπορεί φυσικά ο καθένας με το κινητό του να φωτογραφίσει την παρέα του ή τα παιδιά του!
more
03
12
2023
Δηλαδή, μου έδωσαν μεγάλη εμπιστοσύνη και με βοήθησαν σε αυτό τον χρόνο που χρειάστηκα περισσότερο βοήθεια. Αυτό δεν μπόρεσα να το ξεχάσω». Τα λόγια αυτά ακούμε να ομολογεί η Μαρία Κάλλας στο ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας» των Βασίλη Λούρα και Μιχάλη Ασθενίδη. Μία συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την Escape που κάνει παγκόσμια πρεμιέρα σήμερα 2 Δεκεμβρίου 2023, που συμπληρώνονται τα εκατό χρόνια από τη γέννηση της σπουδαιότερης λυρικής καλλιτέχνιδας του 20ού αιώνα. Μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό, ανέκδοτες ηχογραφήσεις, συνεντεύξεις, ηχητικά ντοκουμέντα, το ντοκιμαντέρ αυτό αποτελεί μία πολύτιμη παρακαταθήκη, καθώς επιχειρεί να αφηγηθεί την ιστορία των πρώτων ετών της Κάλλας - μια ιστορία θριάμβου της θέλησης, του ταλέντου, της εργατικότητας, της αφοσίωσης, και ταυτόχρονα μια ιστορία αντίστασης σε κάθε δυσκολία και σε κάθε κακοποιητική συμπεριφορά. Σπάνια ιστορικά ντοκουμέντα Κάπου ανάμεσα στο ερευνητικό δοκίμιο και το ιστορικό ντοκουμέντο, το ντοκιμαντέρ αυτό παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την πρώιμη προσωπική και καλλιτεχνική ζωή της Κάλλας στην Αθήνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τρόπο εξόχως ποιητικό. Διερευνά την, άγνωστη για τους περισσότερους, περίοδο 1937-1945, τότε που η μετέπειτα παγκόσμια ντίβα ήταν μαθήτρια του Ωδείου Αθηνών και προσπαθούσε να κάνει τα πρώτα της βήματα στην νεοσύστατη Εθνική Λυρική Σκηνή, καθώς και τα χρόνια μετά το 1957, όταν η ίδια επανασυνδέεται με την Ελλάδα. Οι αγωνίες, τα άγνωστα ντεμπούτα, οι προσωπικότητες που την καθόρισαν, τα ορόσημα της πορείας της, το απαράμιλλο πάθος και το κολοσσιαίο ταλέντο της, αλλά και οι άδικες επιθέσεις που είχε υποστεί στα πρώτα της βήματα, ξεδιπλώνονται σιγά-σιγά μέσα από δυσεύρετο αρχειακό υλικό και συνεντεύξεις συνεργατών και δασκάλων της Κάλλας. Ο καλλιτεχνικός σύμβουλος προγραμματισμού και επικοινωνίας της ΕΛΣ Βασίλης Λούρας, μελέτησε με προσοχή εκείνη την εποχή και ανέσυρε σπάνια ντοκουμέντα που έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα, όπως η ερασιτεχνική ηχογράφηση από την τελευταία πρόβα που έκανε στο σπίτι της στο Παρίσι το 1977, πάνω σε μία άρια από τη «Δύναμη του πεπρωμένου» του Βέρντι, λίγες ημέρες πριν από τον θάνατό της. Καθώς επίσης και ένα βίντεο από τον Αύγουστο του 1964, όταν η θαλαμηγός «Χριστίνα» πιάνει λιμάνι στη Λευκάδα. Σε αυτό, η Κάλλας ερμηνεύει την άρια της Σαντούτσα από την «Καβαλερία Ρουστικάνα» σε μία αυτοσχέδια σκηνή που είχε στηθεί στην πλατεία του νησιού, με τον νεαρό μαθητή πιάνου Κυριάκο Σφέτσα να τη συνοδεύει- χωρίς καμία προετοιμασία. Το βίντεο και η ηχογράφηση από την μαγική εκείνη βραδιά δημοσιεύονται για πρώτη φορά και αποκαλύπτουν «μια φωνή λαμπερή ακμαία, χωρίς προβλήματα, που θυμίζει περισσότερο τις ηχογραφήσεις του 1959. Τη φωνή μιας ευτυχισμένης γυναίκας, που ζει ελεύθερα τη ζωή της», όπως σχολιάζει το ντοκιμαντέρ. Το προσεγμένο σπικάζ φωτίζει άγνωστες πτυχές της δύσκολης αλλά και μυθιστορηματικής ζωής της Κάλλας, η οποία κινήθηκε πάντα στο μεταίχμιο μεταξύ θριάμβου και τραγωδίας, ενώ η σκηνοθετική αρτιότητα, το καθαρά κινηματογραφικό μοντάζ, ο ρυθμός, οι ευρηματικές λήψεις και το θαυμάσιο animation ολοκληρώνουν ένα εξαίσιο ντοκιμαντέρ το οποίο θα μείνει στη συλλογική μνήμη όσων αγαπούν τη σημαντικότερη σοπράνο της σύγχρονης όπερας. Προοίμιο της μετέπειτα ζωή της «Ενώ ξεκινήσαμε να πούμε μία χρονολογική ιστορία που έχει να κάνει με την εκπαίδευσή της Κάλλας και τα πρώτα χρόνια της στην ΕΛΣ, αλλά και με τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες στην Ελλάδα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα από την έρευνα στην πραγματικότητα βγήκε κάτι άλλο, που για μένα είναι σπουδαίο: το πόση δύναμη είχε αυτή η γυναίκα να αντιμετωπίσει αυτές τις τραγικές συνθήκες τις οποίες βίωσε εκείνα τα χρόνια» δηλώνει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Βασίλης Λούρας. «Και δεν εννοώ», συνεχίζει, «μόνο τις συνθήκες του πολέμου και της πείνας, αλλά και τις συνθήκες στην οικογένεια της και τον ανταγωνισμό ή το φθόνο που αντιμετώπιζε από το περιβάλλον της στο Ωδείο και στην ΕΛΣ, καθώς και το γεγονός ότι η ίδια όταν ήταν νεαρή δεν είχε την εμφάνιση που είχε τα επόμενα χρόνια. Ήταν λίγο πιο παχουλή, είχε πάντα το πρόβλημα της μυωπίας, δεν ήξερε να μιλήσει καλά ελληνικά γιατί είχε μεγαλώσει στην Αμερική, οπότε βίωνε μια μεγάλη επιθετικότητα. Εμείς στο ντοκιμαντέρ το χαρακτηρίζουμε και bullying με τα σημερινά δεδομένα, γιατί πραγματικά όλοι μιλούσαν με πολύ άσχημο τρόπο γι’ αυτήν. Κι όμως μέσα σε τόσο τρομακτικές συνθήκες που οι άνθρωποι τότε τα παρατούσαν ή ακόμα και πέθαιναν από την πείνα, η ίδια είχε μία τέτοια εσωτερική δύναμη, ήταν τρομερά μελετηρή, και δεν έχασε ποτέ το στόχο της». Αν και το τραύμα του πολέμου θα ακολουθήσει την Κάλλας μέχρι το τέλος της ζωής της, εντούτοις καθίσταται σαφές ότι στα δύσκολα χρόνια που έζησε στην Αθήνα μπήκαν οι βάσεις για τη μετέπειτα καλλιτεχνική της πορεία. Δεν είναι μόνο ότι στην Αθήνα θα λάβει την καλλιτεχνική της εκπαίδευση από την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, αλλά και ότι θα αποκτήσει μια σημαντικότατη σκηνική και ερμηνευτική εμπειρία από τις παραστάσεις που θα δώσει με την Εθνική Λυρική Σκηνή. «Αυτό που μου έκανε εντύπωση κατά τη διάρκεια της έρευνας για το ντοκιμαντέρ, είναι με πόση σοβαρότητα και εκτίμηση αναφερόταν και η ίδια η Κάλλας στις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συνεντεύξεις της στην περίοδο που έζησε στην Ελλάδα. Δηλαδή, έλεγε πολύ συχνά, ότι "λόγω της πρώτης καριέρας μου στην Αθήνα, στη συνέχεια κατάφερνα να ξεπερνάω κάθε φωνητική πρόκληση που είχα να αντιμετωπίσω". Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι σημαντικά αυτά τα ελληνικά χρόνια γιατί δείχνουν τί προηγήθηκε της πολύ μεγάλης καριέρας, κάτι που είναι άγνωστο στους περισσότερους από εμάς και ελπίζω ότι μέσα από αυτό το ντοκιμαντέρ θα γίνει πιο γνωστό και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι σαν ένα προοίμιο της επόμενής της ζωής της Κάλλας, γιατί και μετά βίωνε τέτοιου τύπου επιθέσεις, ήταν πάντα μόνη και είχε τους άλλους απέναντί της. Στα οκτώ εκείνα χρόνια θα βρει την εσωτερική δύναμη να μετατρέψει κάθε δυσκολία, κάθε πρόκληση, κάθε επίθεση, σε εφόδιο για τη μετέπειτα ζωή της» επισημαίνει ο Β. Λούρας. Πρωταγωνιστικό ρόλο η Αθήνα Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που είχαν να αντιμετωπίσουν ο Βασίλης Λούρας και ο Μιχάλης Ασθενίδης κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του ντοκιμαντέρ, ήταν ότι για την εποχή 1937-1945 δεν σώζεται κανένα οπτικοακουστικό υλικό, μόνο ενδιαφέροντα τεκμήρια, όπως φωτογραφίες, προγράμματα συναυλιών και παραστάσεων από τα αρχεία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, του Ωδείου Αθηνών και του Εθνικού Ωδείου. «Ξεκινήσαμε με μία άγνοια κινδύνου» παραδέχεται ο Β. Λούρας, «ωστόσο ήμασταν τυχεροί γιατί είχαμε μία βάση να στηριχτούμε για να αφηγηθούμε την ιστορία. Αυτή ήταν το βιβλίο "Η ελληνική σταδιοδρομία της" του Πολύβιου Μαρσάν (1982) και κυρίως το βιβλίο "Η άγνωστη Κάλλας" του Νικόλαου Πετσάλη-Διομήδη (1998) που έχουν καταγράψει λεπτομερώς τα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής πορείας της Κάλλας. Μάλιστα στους δύο αυτούς συγγραφείς αφιερώνουμε και το ντοκιμαντέρ μας, γιατί χάρη σε αυτούς καταγράφηκε με σπουδαίο τρόπο η ελληνική περίοδος της Κάλλας. Σε συνδυασμό με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, συνεντεύξεις που κάναμε εμείς αλλά και μεταγενέστερες συνεντεύξεις της ίδιας θέλω να πιστεύω ότι καταφέραμε να αφηγηθούμε την ιστορία των ελληνικών χρόνων της σωστά και τεκμηριωμένα». Την αφήγηση ντύνουν πλάνα από τους αθηναϊκούς δρόμους που περπάτησε η μεγάλη ντίβα. «Οι εικόνες της Αθήνας του σήμερα, ήταν μια συνειδητή επιλογή που κάναμε εξαρχής για το ντοκιμαντέρ, προκειμένου να συνδέσουμε τα γεγονότα στα οποία αναφερόμαστε με τη φετινή επέτειο των 100 ετών από τη γέννηση της Κάλλας» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Μιχάλης Ασθενίδης. «Στην ιστορία που αφηγούμαστε, εκτός από την ίδια την Κάλλας, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει και η Αθήνα και μάλιστα με συνδέσεις που οι περισσότεροι από εμάς σήμερα αγνοούμε: όπως ότι στην πλατεία Κλαυθμώνος τραγούδησε την πρώτη της Τόσκα το 1942, όπως ότι το επαγγελματικό ντεμπούτο της έγινε στο Παλλάς το 1941, που ήταν το μόνο θέατρο που είχε καταφύγια, αλλά και φυσικά ο άξονας της Πατησίων. Για να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της έλλειψης οπτικοακουστικού υλικού για την οκταετία 1937-1945, δημιουργήσαμε επίσης μια σειρά σύντομων βίντεο animation, ενώ κινηματογραφήσαμε κάποιες ειδικές προβολές πάνω σε κτήρια, όπως το σπίτι της Πατησίων, και σε μνημεία, όπως το Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Ο λιτός ρυθμός του μοντάζ επιτρέπει στον θεατή να αφομοιώνει την πληροφορία και να παρακολουθεί την αφήγηση χωρίς περισπασμούς» συμπληρώνει. Σύμβολο δύναμης για τους πονεμένους Μία «μαγική περιπέτεια» χαρακτηρίζει την εμπειρία του από το ντοκιμαντέρ ο Βασίλης Λούρας, με «μεγάλες δυσκολίες αλλά και γοητεία», καθώς «όταν καλείσαι να παραδώσεις μια ερευνητική εργασία για ένα μυθικό πρόσωπο παίρνεις και εσύ κάτι από την ενέργεια του». «Αυτό που χαρακτηρίζει όλη τη ζωή της Κάλλας είναι η τεράστια εσωτερική δύναμη που είχε που δεν την άφηνε ποτέ να ησυχάσει και φυσικά η μοναξιά της. Πάντα ήταν πρώτη σε ό,τι έκανε, μελετούσε συνεχώς, έκανε τις περισσότερες πρόβες, ήθελε να ανακαλύπτει ξεχασμένα έργα και να δίνει μία νέα διάσταση στην δραματική ερμηνεία. Γι’ αυτό άλλωστε και έφθασε σε μία κορυφή που κανείς ποτέ δεν έχει πατήσει. Η Κάλλας αποτελεί ένα τεράστιο παράδειγμα για όλους τους ανθρώπους που είναι πονεμένοι και έχουν μια δύσκολη ζωή, γιατί δείχνει ότι ο καθένας μας μπορεί να βρει τη δύναμη να κάνει αυτό που θέλει στη ζωή του και να την κάνει καλύτερη. Ωστόσο η αίσθηση μου είναι ότι και όσο ζούσε και αφού πέθανε η Κάλλας ήταν πάντα απροστάτευτη. Είναι πολύ στενάχωρο που έως και σήμερα πολλές φορές γίνεται εκμετάλλευση του ονόματός της, τις περισσότερες φορές με εμπορικούς σκοπούς» καταλήγει. Στις 8 Δεκεμβρίου 2023 το ντοκιμαντέρ θα προβληθεί στη Γαλλία από τη France TV 5, στο μεγάλο αφιέρωμα της Γαλλικής Τηλεόρασης στη Μαρία Κάλλας το οποίο πραγματοποιείται σε συνεργασία με την Όπερα του Παρισιού και την Εθνική Λυρική Σκηνή. Το ντοκιμαντέρ αποτελεί μέρος του Έτους Κάλλας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο πλαίσιο του επετειακού έτους UNESCO Μαρία Κάλλας 2023 του Υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας. Την καλλιτεχνική επιμέλεια του Έτους Κάλλας της ΕΛΣ έχει ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής Γιώργος Κουμεντάκης.
more
02
12
2023
Για τους παλαιότερους Καβαλιώτες, για όσους τον γνώριζαν ήταν ο φίλος, ο διανοούμενος, ο άνθρωπος που είχε συνδέσει το όνομά του τόσο με την ιστορία της Καβάλας όσο και με μεγάλα πολιτικά γεγονότα. Το 2012 ο δήμος Καβάλας θέλοντας να τιμήσει τον Βασίλη Βασιλικό για το πολυσήμαντο συγγραφικό του έργο έδωσε το όνομά του στη δημοτική βιβλιοθήκη, σε μια σεμνή τελετή, με τον συγγραφέα να μην κρύβει τότε τη συγκίνησή του. Έκτοτε, το ενδιαφέρον του για τη βιβλιοθήκη που έφερε το όνομά του ήταν διαρκές και ζωντανό. Αρχικά, δώρισε σε αυτήν το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικής του βιβλιοθήκης. Στη συνέχεια, την εμπλούτιζε σε τακτά διαστήματα με καινούργιους τίτλους βιβλίων. Δεν ήταν λίγες οι φορές επίσης που αποδεχόταν προσκλήσεις για να παρουσιάσει βιβλία φίλων Καβαλιωτών συγγραφέων. Η διευθύντρια της δημοτικής βιβλιοθήκης Καβάλας Κατερίνα Κουμανίδου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, θυμήθηκε τα πάντα γεμάτα καλοσύνη τηλεφώνηματά του προκειμένου να ρωτήσει αν χρειάζονται κάτι, να ενδιαφερθεί για τη λειτουργία της. «Ήθελε», επισημαίνει η κ. Κουμανίδου, «να κρατάει επαφή και επικοινωνία με την πόλη και τους ανθρώπους της. Τον θαύμαζα πάντα για το αδάμαστο πνεύμα του και την αιώνια εφηβεία του. Θα μας λείψει». Ο δήμαρχος Καβάλας Θόδωρος Μουριάδης στο συλλυπητήριο μήνυμά του σημειώνει πως «ο Νοέμβριος έφυγε παίρνοντας μαζί του έναν από τους πιο καταξιωμένους Καβαλιώτες, γεμίζοντας θλίψη τα εκατομμύρια των αναγνωστών του, οι οποίοι, μέσα από αφηγήσεις και μυθοπλασίες, έμαθαν κομμάτια της Ιστορίας και της καθημερινότητας που άλλοι θέλησαν να κρύψουν ή να σβήσουν». «Σπουδαίος, πολυβραβευμένος, πολυμεταφρασμένος», συνεχίζει ο δήμαρχος, «έφτασε τον λόγο της γραφής του μέχρι τα πέρατα του κόσμου, πλήρωσε τούς αγώνες του για τη Δημοκρατία με εξορία, πλούτισε την ελληνική τηλεόραση με τις εκπομπές του και, ως πολιτικό ον που ήταν πάντοτε, αξιώθηκε να γίνει και βουλευτής Επικρατείας. Στην επόμενη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου θα συζητηθούν και θα αποφασιστούν περαιτέρω εκδηλώσεις τιμής στη μνήμη του».
more
27
11
2023
Αυτό το «Παραμύθι» ή «Θρύλος», όπως είναι ο υπότιτλος στο πρωτότυπο, ήταν το τελευταίο μυθιστόρημα του Ρέιμοντ· κυκλοφόρησε σε αυτόνομη έκδοση το 1924 και την ίδια χρονιά ο συγγραφέας τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, υποσκελίζοντας συνυποψηφίους όπως οι Τόμας Μαν, Τόμας Χάρντυ και Τζορτζ Μπέρναρντ Σω. «Στο έργο, ο Ρέιμοντ μας λέει ότι ο αγώνας για την ουτοπία είναι εξ αρχής χαμένος γιατί δεν έχει χειροπιαστό στόχο» επισημαίνει η μεταφράστριά του, Αναστασία Χατζηγιαννίδη, εντεταλμένη διδάσκουσα Πολωνικής Γλώσσας και Πολιτισμού στο Τμήμα Ρωσικής Γλώσσας και Φιλολογίας και Σλαβικών Σπουδών ΕΚΠΑ, η οποία στη σκευή της έχει μεταφράσεις στη γλώσσα μας έργων των Όλγκα Τοκάρτσουκ και Έντουαρντ φον Κάιζερλινγκ, μεταξύ άλλων. Ξεναγώντας μας στο μυθιστόρημα, η Αναστασία Χατζηγιαννίδη τονίζει ότι η εικονοποιία της φύσης το διαπερνά· οι εικόνες περιγράφουν το μεγαλείο της φύσης που αποτελείται από ομορφιά: «Ο ήλιος έπαιζε τον ύμνο του μεσημεριού· ο πυρωμένος αέρας παλλόταν στη μουσική της λαύρας και όλες οι φωνές της φύσης - και ήταν αναρίθμητες - ενώνονταν σε αυτή τη χρυσή συμφωνία φωτός. Τα πάντα ήταν ήχος, χρώμα και συνάμα ένα φασματικό περίγραμμα.» Αποτελείται όμως και από βιαιότητα: «Και να, από τα χωράφια της σίκαλης έφτασε το διαπεραστικό κλάμα του λαγού που πνιγόταν. [...] Οι κουκουβάγιες σταμάτησαν ξαφνικά τις ερωτικές τρίλιες και σκόρπισαν τα πούπουλά τους σαν ματωμένο περιάνθιο. [...] Αυτό συνέβαινε κάθε λίγο και σχεδόν σε κάθε γωνιά δινόταν αδυσώπητη μάχη για τη ζωή.» Καθώς προχωρά το έργο, οι εικόνες δημιουργούν υποβλητική ατμόσφαιρα ανοικειότητας και δυστοπίας: «Όλα χάθηκαν σε ένα αδιαπέραστο γκρίζο, ενώ κάτω από το σφυροκόπημα των αδιάκοπων βροντών η γη έμοιαζε να γκρεμίζεται σε απύθμενο βάραθρο. Όλη η πλάση είχε παγώσει από θανάσιμο τρόμο. Ασύλληπτες δυνάμεις ποδοπατούσαν την τρεμάμενη γη. Τον όλεθρο έψαλλαν οι κεραυνοί. Όλεθρο ούρλιαζαν οι ανεμοθύελλες που σηκώνονταν στο σκοτάδι, κι έμοιαζε η γη με κουρνιαχτό που έσερναν μέχρι το άπειρο.» Η ιδέα της εξέγερσης γεννιέται στο μυαλό του σκύλου Ρεξ από την προσωπική ανάγκη εκδίκησης για τις αδικίες που έχει υποστεί από τους ανθρώπους, αναφέρει η μεταφράστρια: «Τον έδιωξαν από το σπίτι και τον έσπρωξαν στο ναδίρ της δυστυχίας. Ολοένα και πιο έντονα ένιωθε την αδικία. Ήταν μια ανεπούλωτη πληγή από την οποία έσταζε στην καρδιά του η επιθυμία να εκδικηθεί άγρια τον άνθρωπο.» Αναλογιζόμενος τον άνθρωπο, ο Ρεξ σκεφτόταν: «Αυτό το δίποδο διαφέντευε μονάχο του τον κόσμο. Κάτω από τη στυγνή κυριαρχία του ζούσαν όλα τα πλάσματα. Ο θάνατος και η ζωή ήταν στην εξουσία του. Ήταν παντοδύναμο! Ο δημιουργός και μαζί ο δήμιος των πάντων.» Στο δάσος όπου ο Ρεξ έχει καταφύγει δέχεται μαθήματα περί ελευθερίας από τον μπούφο, ο οποίος του λέει: «Οι άνθρωποι σε δίδαξαν την ελευθερία τους με το ραβδί και την πείνα. [...] Για να εκτιμήσεις την ελευθερία, πρέπει να γεννηθείς ελεύθερος.» Τα λόγια των γερανών για μέρη μακρινά του ξυπνούν την επιθυμία να αναζητήσει εκεί την ευτυχία και την ελευθερία, επισημαίνει η Αναστασία Χατζηγιαννίδη: «Η ιδέα να μεταναστεύσει εκεί από όπου έρχονται οι γερανοί, σε εκείνους τους ευλογημένους τόπους, όπου δεν υπάρχουν άνθρωποι και κυριαρχεί η ελευθερία και η ευτυχία.» Ωστόσο, το να φύγει μόνος του για μέρη μακρινά, δεν είναι τρόπος για να εκδικηθεί τους ανθρώπους, γιατί δεν θα λείψει σε κανέναν. Έτσι δεν θα ικανοποιηθεί το ένστικτο της εκδίκησης, οπότε εμπλέκει όλα τα ζώα και με το σύνθημα «Η εκδίκηση είναι ο νόμος των αδικημένων» τα ξεσηκώνει να αφήσουν τον άνθρωπο. Αυτό θα είναι η τέλεια εκδίκηση! Επενδύει το σχέδιό του με μπόλικη ιδεολογία, υποσχέσεις, οράματα και ξεσηκώνει τα ζώα προς τη Γη της Επαγγελίας, προς μία ουτοπία, σε μία περιπέτεια που ούτε κι ο ίδιος ξέρει πού θα καταλήξει, συνεχίζει η μεταφράστρια. Και επιδιώκει ισότητα: «Δεν τους ταλανίζει η καθημερινή έγνοια της επιβίωσης, επειδή γι’ αυτή δουλεύουν χιλιάδες επί χιλιάδων δικά μας γένη, δουλεύουν τα νερά, ο αέρας, ο ήλιος, η γη και όλη η πλάση. Αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της δύναμής τους. Λείπουν οι δούλοι και τελειώνει το μεγαλείο τους. Θα γίνουν πιο άθλιοι και ανυπεράσπιστοι από εμάς τους ίδιους. Τότε θα επικρατήσει πραγματική ισότητα!» Καλεί τα ζώα σε εξέγερση: «Ήρθα για να απελευθερώσω το γένος μας από την ανθρώπινη αθλιότητα. Ετοιμαστείτε.» Αφοσιώνεται σε αυτή τη μεγάλη ιδέα που πλέον του έχει γίνει εμμονή: «Πέρα από αυτόν τον υψηλό στόχο δεν υπήρχε πια τίποτα άλλο.» Ενστερνίζεται τον ρόλο του ηγέτη: «Σήκωνε περήφανα το κεφάλι, αγκαλιάζοντας με αίσθημα φροντίδας τον κόσμο όλο, είχε πλέον αυτοανακηρυχθεί άρχοντας και κύριός του» γράφει ο Ρέιμοντ. Αν και ο Ρεξ ταυτίζει τη μοίρα του με αυτή των οικόσιτων ζώων που ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται, στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε ίδιος ούτε ίσος με αυτά· αντιθέτως, είναι ένας εκλεκτός του ανθρώπου, που έχει μεγαλώσει με αυτόν, γνωρίζει τους τρόπους και τον λόγο του και έχει υιοθετήσει τη συμπεριφορά του, υπογραμμίζει η μεταφράστρια. Σε πολλά σημεία επισημαίνεται πως ο Ρεξ έχει ανθρώπινα στοιχεία: «Παλιότερα δεν τον ένοιαζε τι γινόταν έξω από το αρχοντικό: ένιωθε σαν το αφεντικό του και αντιμετώπιζε όλα τα πλάσματα σχεδόν σαν άνθρωπος. Υπήρχαν για να τα πνίγει, να τα κυνηγάει και να τα χρησιμοποιεί για παιχνίδια. Ανάλογα με την εντολή του κυρίου του. Τα χώριζε από τον ίδιο ένα απύθμενο βάραθρο που έμοιαζε σχεδόν με αυτό της ανθρώπινης ύπαρξης». Ο ηγέτης ανδρώνεται· είναι εντυπωσιακή η εικόνα του πώς από την αθλιότητα φτάνει να παίρνει ύψος και να γίνεται σαν λιοντάρι. Στη αντιπαράθεση των ζώων με τους ανθρώπους, «ο Ρεξ, διασχίζοντας σαν ανεμοστρόβιλος το πεδίο της μάχης καβάλα στο μαύρο άλογο, τραγούδησε το άγριο άσμα του θανάτου ή της νίκης.» Ο ηγέτης συμπεριφέρεται σαν αυστηρός πατέρας που θέλει το καλό των παιδιών του: «Εξάλλου, ενεργούσε για το δικό τους καλό». Εκστομίζει λόγια σαν η όποια «πρωτοπορία»: «Σύντροφοι, φίλοι, αδελφοί, με απόλυτη πεποίθηση σας διαβεβαιώ ότι έρχονται μέρες απεριόριστης ευτυχίας.» Ωστόσο, ένα χάσμα δημιουργείται σταδιακά ανάμεσα σε αυτόν και τις μάζες που καθοδηγεί γιατί οι ψεύτικες υποσχέσεις που έχει δώσει είναι περισσότερες από την τροφή που βρίσκουν τα ζώα στην επίπονη πορεία τους προς την ελευθερία και, ως γνωστόν, το στομάχι δε γεμίζει με υποσχέσεις: «Η δυσπιστία αυξανόταν μέρα με τη μέρα. Ένα αόρατο χάσμα βάθαινε ανάμεσά τους.» Η εσωτερική πάλη του Ρεξ είναι διαρκής. Την ημέρα της αναχώρησης των εξεγερμένων ζώων, ο Ρεξ, ήρεμος «παρατηρούσε το χάος που εκτυλισσόταν τριγύρω του. Ήταν βυθισμένος ολόκληρος στις φλόγες, σε ρίγη έξαψης, όμως ακίνητος σαν βράχος μέσα σε ανεμοστρόβιλους και τρικυμίες. [...] η μετάδοση τόσων συναισθημάτων και επιθυμιών τού έσφιγγαν την καρδιά. [...] Και τα μουγκρητά, τα ποδοβολητά, τα φτεροκοπήματα και τα δάση που παράδερναν απεγνωσμένα τον τύλιγαν σαν κορώνα. [...] Έσπασαν οι δυσβάσταχτες αλυσίδες, ηττήθηκε ο προαιώνιος εχθρός, οι σκλάβοι κατατρόπωσαν τους τυράννους και να που τώρα όλες οι καρδιές και όλες οι ψυχές σκιρτούν στο ένα και μοναδικό ιερό κάλεσμα: ελευθερία! ελευθερία! ελευθερία!» γράφει ο Ρέιμοντ. Κατά την πορεία όμως προς τη Γη της Επαγγελίας, το Άγνωστο για όλους, την ουτοπία, συχνά κάνει την εμφάνισή της η αβεβαιότητα που αγγίζει την απελπισία: «Βάθαινε η ανησυχία του για αυτή την διαρκώς παρατεινόμενη περιπλάνηση.» Αργότερα, όταν διαπίστωσε τον αποδεκατισμένο από τις κακουχίες λαό του, διαβάζουμε: « “ Αυτοί είναι όλοι;” Ο τρόμος του έσφιγγε τον λαιμό, ανέπνεε με δυσκολία.» Και όταν η λύκαινα αμφισβητεί την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει κανείς στα αποδημητικά πουλιά, οι φόβοι γίνονται επίμονοι: «Ωστόσο και την επόμενη μέρα, στο φως του ήλιου, επανήλθαν οι ίδιες αμφιβολίες και κάποιοι περίεργοι, απροσδιόριστοι φόβοι.» Με τις κακουχίες που βιώνουν οι εξεγερμένοι, αποδεκατισμένοι από την έλλειψη τροφής, τις καιρικές αντιξοότητες και τις όλο κινδύνους εκτάσεις που διασχίζουν, έρχονται αντιμέτωποι με το δίπολο «ελευθερία-ζωή». Ο «ηγέτης» γίνεται πλέον «τύραννος»: «Πάψε τύραννε... Κλαψουρίζεις σαν φοβισμένο κουτάβι, αλλά κανείς πια δεν σε πιστεύει. Δεν θα έρθουμε μαζί σου. Δεν θέλουμε να πεθάνουμε μέχρι τον τελευταίο. Τρέχα μόνος σου πίσω από τις κλαγγές των γερανών, κυνήγα μόνος σου τα ιδανικά σου και ψάχνε ψύλλους στ' άχυρα. Ήρθε η ώρα να τελειώνουμε με την τρέλλα και να αφήσουμε να μιλήσει η λογική. Εδώ και αιώνες μας διαφέντευαν οι άνθρωποι, εδώ και αιώνες μας φρόντιζαν. Μας έκανες άγριους, άστεγους περιπλανώμενους. Οι δύστυχοι πέσαμε στην παγίδα της ελευθερίας σου. Γι' αυτήν μας ζήτησες να αφήσουμε τη σίγουρη επιβίωση και την πατρίδα. Μας τυράννησες με τα ανόητα οράματα.» μούγκρισε ένας ταύρος. Ο Ρεξ ούρλιαξε θλιμμένα ότι θέλουν να γυρίσουν «στον ζυγό, τη σκλαβιά και τον βούρδουλα». «“ Θέλουμε να ζήσουμε!” υψώθηκαν στον ουρανό χιλιάδες φωνές. “ Θέλουμε να ζήσουμε!”» Σχεδόν αναπόφευκτο σε κάθε εξέγερση να θυσιάζουν οι «εξαπατημένοι» τον ηγέτη που πλέον είναι τύραννος: «“ Θάνατος στον τύραννο! Θάνατος στον προδότη! Θάνατος στον φονιά!” [...] Μουγκρητά θριάμβου ανακοίνωναν σε όλον τον κόσμο τον θάνατο του τυράννου και την ξανακερδισμένη ελευθερία!» Τα εναπομείναντα ζώα άρχισαν να περιφέρονται σε αναζήτηση του ανθρώπου και, βλέποντας έναν γορίλα κάτω από έναν φοίνικα, υψώνουν ικεσίες: «Γίνε ο αφέντης μας! Κυβέρνησέ μας! Είμαστε οι πιστοί σου! Μη μας εγκαταλείπεις! [...] Είμαστε δικοί σου! Κύριέ μας!» Διακαής πόθος του Ρέιμοντ ήταν να δει την πατρίδα του ανεξάρτητη - όπως και συνέβη το 1918 - και θεωρούσε ότι ο σοσιαλισμός δεν επρόκειτο να συμβάλει στην πραγματοποίηση του εθνικού στόχου, υπενθυμίζει η μεταφράστρια. Έχοντας γαλουχηθεί στο ρεύμα του Θετικισμού, ο οποίος κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα είχε επηρεάσει την πολωνική λογοτεχνία, ήταν ρεαλιστής και έβλεπε με σκεπτικισμό τις επαναστάσεις, οι οποίες είχαν αποβεί καταστροφικές για τους Πολωνούς στο πρόσφατο γι’ αυτόν παρελθόν. Παράλληλα, έβλεπε πως στην πράξη ο σοσιαλισμός ήταν μια ουτοπία, γιατί όλα αυτά τα χρόνια που παρακολουθούσε την πορεία της Ρωσίας, μετά βίας πρόλαβε να τη δει σε ειρηνική κατάσταση, προσθέτει. Επιπροσθέτως, η ξεναγός στο μυθιστόρημα του Ρέιμοντ τονίζει ότι εκατό χρόνια αργότερα και έχοντας άλλες προσλαμβάνουσες θα μπορούσαμε να δούμε την «Εξέγερση» - που μας παρουσίασαν οι Εκδόσεις Οκτάνα - και ως ένα οικολογικό μυθιστόρημα υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων.
more
17
11
2023
«Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει» δήλωσε ο Γιώργος Σεφέρης στις 28 Μαρτίου του 1969. Ακολούθησε (με διαφορά μικρότερη του ενός μηνός) η πολιτική αποκήρυξη των Δεκαοχτώ: «Ελεύθερη πνευματική ζωή δεν μπορεί να υπάρξει όσο υπάρχει λογοκρισία». Το 1970 οι ίδιοι θα δημοσιεύσουν τον αντιδικτατορικό τόμο «Δεκαοχτώ κείμενα», με προμετωπίδα το πολυδιαβασμένο σήμερα σεφερικό ποίημα «Οι γάτες τ' Άη Νικόλα». Μια διετία αργότερα θα κυκλοφορήσουν τα «Νέα Κείμενα» και τα «Νέα Κείμενα 2» ενώ από το 1971 και εφεξής θα ξεκινήσουν να τυπώνονται λογοτεχνικά περιοδικά με έκδηλα αντιστασιακό πνεύμα, όπως το «Τραμ» και η «Διαγώνιος» στη Θεσσαλονίκη, η «Δοκιμασία» στα Γιάννενα ή η «Συνέχεια» και οι «Σημειώσεις» στην Αθήνα. Τι συνέβη, όμως, με τις ατομικές επιδόσεις και αντιδράσεις των συγγραφέων; Όσο παραμένουμε μέσα στα χρονικά όρια της χούντας, η πεζογραφία θα δοκιμάσει δύο δρόμους προκειμένου να την προσεγγίσει: ο ένας είναι η πολιτική αλληγορία και ο άλλος η άμεση καταγραφή. Τον πρωτεύοντα τόνο θα δώσει εύλογα η πολιτική αλληγορία. Για τον απόλυτο έλεγχο τον οποίο ασκεί μια απρόσωπη δικαστική αρχή θα μιλήσει στο μυθιστόρημά της «Αντίστροφη μέτρηση» (1970) η Κωστούλα Μητροπούλου. Χρησιμοποιώντας από τη μεριά του στον «Γιατρό Ινεότη» (1971) έναν εσχατολογικό μύθο χωρισμένο σε επτά ομόκεντρους κύκλους, ο Γιώργος Χειμωνάς θα φιλοτεχνήσει ένα ιδιαιτέρως βαρύ πολιτικό κλίμα, που επανακάμπτει δυσμενέστερο στον «Γάμο» (1975), με πλάγιες αναφορές στους αποκλεισμούς και τις στερήσεις της ελευθερίας. Την ιστορία της οργάνωσης μιας εξέγερσης η οποία αποκτά καθολικό περιεχόμενο ξετυλίγει με το μυθιστόρημά του «Θάνατος μισθωτού» (1971) ο Πέτρος Αμπατζόγλου ενώ κλειστοφοβική αλληγορία με θανάσιμη κατάληξη θα αποδειχθεί και το διήγημα του Θανάση Βαλτινού «Ο γύψος», δημοσιευμένο στα «Δεκαοχτώ κείμενα». Τέσσερα χρόνια μετά το τέλος της χούντας, την πολιτική αλληγορία συναντάμε για τελευταία φορά στα «Διηγήματα της δοκιμασίας» (1978) του Χριστόφορου Μηλιώνη τα οποία μιλούν για μια βουβή και ανεκδήλωτη βία, όπου κυριαρχεί το αίσθημα της ασφυξίας και του πανικού. Στο πλαίσιο της άμεσης καταγραφής των γεγονότων, τη σκυτάλη παίρνει πρώτη ξανά η Μητροπούλου, με το μυθιστόρημα «Έγκλημα ή 450 ημέρες» (1972), όπου γίνεται ανοιχτά λόγος για την τυραννική φύση των κυβερνήσεων των πραξικοπηματιών. Στο αφήγημά της «Το χρονικό των τριών ημερών» (1974), ένα προσωπικό ντοκουμέντο δημοσιευμένο αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, καταγράφεται λεπτό προς λεπτό ο εγκλεισμός των φοιτητών στο Πολυτεχνείο και η συνακόλουθη στρατιωτική εισβολή. Για το Πολυτεχνείο θα μιλήσει και ο Γιάννης Ρίτσος με το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας», γραμμένο το 1973. Θα προηγηθεί το βιβλίο του Περικλή Κοροβέση «Ανθρωποφύλακες», που δημοσιεύεται το 1969 στη Στοκχόλμη: μια μαρτυρία για τα βασανιστήρια που υπέστη ο ίδιος στις φυλακές της δικτατορίας. Από τη μεταπολιτευτική λογοτεχνική παραγωγή ξεχωρίζει η «Αντιποίησις αρχής» (1979), το κομβικό μυθιστόρημα για τη δικτατορία του 1967 και για το τριήμερο του Πολυτεχνείου. Ήρωας, ένας χαφιές των χουντικών, ο οποίος εκπροσωπεί τις χειρότερες στιγμές της νεότερης Ελλάδας: συνεργάζεται με τους Ιταλούς στην Κατοχή, καταδίδει στους αντάρτες τους κατοχικούς του φίλους και στους Γερμανούς τους αντάρτες, βολεύεται μεταπολεμικά με τους εθνικόφρονες και υπηρετεί όποια εξουσία βρει μπροστά του κατά την επταετία. Ο Κοτζιάς ανατέμνει την παθολογία μιας ολόκληρης τριακονταετίας, επιφυλάσσοντας για τον πρωταγωνιστή του την πιο ταπεινωτική μοίρα: το ανεπίλυτο δράμα της προδοσίας, της αυταπάτης και του αυτοκαταστροφικού κυνισμού σε συνδυασμό με μια αναπόδραστη καταβύθιση στον πάτο της ανωνυμίας. Και ένα τέτοιο δράμα, όπως θα προκύψει μέσα από το παραλήρημα του Μένιου Κατσαντώνη (το ειρωνικά αντεστραμμένο όνομα του ήρωα), αλλά και από την κατατεμαχισμένη μνήμη του, δεν είναι άλλο από το πολιτικό, το κοινωνικό, το ιστορικό και το ηθικό στίγμα μιας ολόκληρης εποχής, ανάπηρης μπροστά στα πελώρια αδιέξοδα και τις ευθύνες της. Νεότερη του Κοτζιά, η Μάρω Δούκα θα ρίξει με το μυθιστόρημα «Αρχαία σκουριά» (1979) τη γέφυρα για τους επόμενους. Η ηρωίδα παίρνει μέρος στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και συμμερίζεται δίχως δισταγμούς το πάθος των ημερών, αλλά δεν θα αποκολληθεί ποτέ από την ατομική της ιστορία. Η πολιτική, εντούτοις, θα συνεχίσει να είναι ολόσωμα παρούσα στον κόσμο της και οι ήρωες μετακινούνται από την ατομική τους περίμετρο προς το κέντρο της πολιτικής πράξης, χωρίς, όμως, πλέον, να εγκαταλείψουν ποτέ την καθημερινότητά τους.
more
13
11
2023
Μιας ιδιαίτερης προσωπικότητας στη θεατρική τέχνη, που πίσω από τον εύθραυστο χαρακτήρα στο σανίδι ή στα κινηματογραφικά πλατό, αναδείκνυε τον δυναμισμό της, τις αισθητικές απαιτήσεις της, διεκδικώντας την καλλιτεχνική ποιότητα, ακόμη και κόντρα στην εμπορικότητα ή την εύκολη δημοφιλία. Η Αντιγόνη Βαλάκου, προσπαθούσε συνεχώς να βελτιώνει το πηγαίο ταλέντο της, αξιοποιώντας τον μελωδικό λόγο της, τη σεμνή παρουσία της, τη δραματική μορφή της, εμπλουτίζοντας τις δραματικές πτυχές των ρόλων της, βάζοντας σχεδόν επώδυνα στο πετσί της τους χαρακτήρες είτε στην ελληνική τραγωδία, είτε στο ξένο δραματικό ή ελληνικό ρεπερτόριο. Πριν από δέκα χρόνια, στις 12 Νοεμβρίου του 2013, η Αντιγόνη Βαλάκου θα έφευγε από τούτο τον μάταιο κόσμο, αφήνοντας πίσω της τις λιγοστές αλλά ξεχωριστές εμφανίσεις της στη μεγάλη οθόνη και την θεατρική παρακαταθήκη της, την αύρα μίας τεράστιας θεατρίνας, όταν έπρεπε να αναμετρηθεί με ιερά τέρατα και σε έναν χώρο ιδιαίτερα κλειστό, απαιτητικό που δεν χαριζότανε σε αποτυχίες. Από την φτώχεια στον Βεάκη Γεννημένη στην Καβάλα στις 24 Μαρτίου του 1930, θα έχει δύσκολα και φτωχικά παιδικά χρόνια, μέχρι να εγκατασταθεί, με την οικογένειά της, στην Αθήνα σε ηλικία 16 χρόνων. Το πάθος της για την ηθοποιία ήταν τόσο μεγάλο, που πριν τελειώσει το σχολείο, φοίτησε ταυτόχρονα και στο «Θεατρικό Σπουδαστήριο» του σημαντικού θεατράνθρωπου Βασίλη Ρώτα, ενώ το 1949 άρχισε και τις πρώτες εμφανίσεις στον θίασο του Αιμίλιου Βεάκη στο έργο «Νυφιάτικο τραγούδι». Το πηγαίο ταλέντο της αναγνωρίστηκε άμεσα και θα την καλέσει στον θίασό της η Κυρία Κατερίνα και λίγο μετά ο θίασος Μανωλίδου - Αρώνη - Χατσίσκος, για να διακριθεί ως ενζενί. Τα επόμενα χρόνια θα συνεργαστεί με το Εθνικό Θέατρο, όπου υποδύθηκε σημαντικούς ρόλους σε έργα, όπως «Χειμωνιάτικο παραμύθι», του Σαίμπηρ, «Δρόμος του Ποταμιού» του Μπέρναρντ Σο και «Κολόμπ» του Ανουίγ, ενώ το 1955 θα ερμηνεύσει την Οφηλία στον «Άμλετ», συνεργαζόμενη με το Θέατρο Εθνικού Κήπου. Αν και είχε κάνει τις πρώτες της εμφανίσεις στον κινηματογράφο, ο οποίος δεν έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στους θεατρικούς κόλπους εκείνη την εποχή, θα συνεχίσει να παίζει στο απαιτητικό Εθνικό Θέατρο, γνωρίζοντας την επιτυχία ως Μαίρη Ουόρεν, στη «Δοκιμασία» του Άρθουρ Μίλερ ή ως Ισμήνη, στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Τεράστιες επιτυχίες έκανε και στο θέατρο Μουσούρη και ειδικά ως «Άννα Φρανκ», στο ομώνυμο έργο. Οι ουρανοί είναι... δικοί της Το 1952 θα την δει σε κάποια παράσταση ο Ντίνος Δημόπουλος και θα την πάρει από το χέρι για να την πάει στον Φίνο. Θα πρωταγωνιστήσει πριν γίνει 23 χρόνων στο συμπαθητικό, ρομαντικό μελόδραμα, «Οι Ουρανοί Είναι Δικοί μας», του Δημόπουλου, δίπλα στον Αλέκο Αλεξανδράκη και τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Το 1955 θα πρωταγωνιστήσει στο βουκολικό δράμα «Γκόλφω», σε σκηνοθεσία του Ορέστη Λάσκου, μια εισπρακτική επιτυχία, η οποία θα την καταστήσει αδιαφιλονίκητη πρωταγωνίστρια. Το 1957, θα συμπρωταγωνιστήσει σε μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες, το συγκινητικό «Αμαξάκι», για την Ελλάδα που χάνεται, δίπλα στον τεράστιο Ορέστη Μακρή, τον Βασίλη Αυλωνίτη και τον Στέφανο Στρατηγό, ερμηνεύοντας τον ρόλο μιας ορφανής, αθώας κοπέλας, ερωτευμένης που παρασύρεται από τα ωραία λόγια και τα συναισθήματά της. Και Αρετούσα και Ιφιγένεια Ωστόσο, η Βαλάκου δεν έχει σταματήσει στιγμή από το θεατρικό σανίδι. Το 1958 θα τιμηθεί με το Βραβείο Μαρίκα Κοτοπούλη, ενώ την ίδια χρονιά θα συγκροτήσει δικό της θίασο. Θα παίξει συνολικά σε περισσότερα από 120 θεατρικά έργα, παραδίδοντας μαθήματα υποκριτικής δεινότητας ως Μαρία Στιούαρτ, Έντα Γκάμπλερ, Ιουλιέτα, Μπερνάρντα Άλμπα, Αρετούσα. Παράλληλα θα τιμήσει και το αρχαίο ελληνικό θέατρο ως Ηλέκτρα, Αντιγόνη, Ιφιγένεια, Κασσάνδρα και πολλούς άλλους ρόλους, που θα μείνουν ανεξίτηλοι στη μνήμη όσων τους παρακολούθησαν. Αγαπούσε και παρατηρούσε τους ανθρώπους Η Αντιγόνη Βαλάκου, μπορεί να μην είχε το απαραίτητο επιδερμικό σεξαπίλ για μια ενζενί, διέθετε όμως κάτι το αέρινο, μια εσωτερική δύναμη, μια εκφραστικότητα, μία ελκυστικότατη αθωότητα, μια κρυμμένη ορμή, που μπορούσε να μεταδώσει και να περάσει στον θεατή στο θέατρο και στο σινεμά, παρά τις περιορισμένες δυνατότητές του. Με μεγάλη παιδεία, η Βαλάκου ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε τους ανθρώπους και όπως είχε εξομολογηθεί της άρεσε να παρατηρεί τους καθημερινούς ανθρώπους, τις συμπεριφορές τους τις αντιδράσεις τους, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που μπορούν να συνδέσουν την υποκριτική με την πραγματικότητα, αλλά και τα όνειρα που είναι απαραίτητα τόσο για τη ζωή όσο και για την τέχνη. Χαμένα Όνειρα Το 1961 θα πρωταγωνιστήσει δίπλα στον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, στο ενδιαφέρον φιλμ «Χαμένα Όνειρα», σε ένα από τα λιγοστά δράματα του Αλέκου Σακελλάριου, που υπέγραψε και το σενάριο, μαζί με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο (από δικό τους θεατρικό έργο). Μια ιστορία για αυτό που λέει και ο τίτλος της ταινίας, με το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, να βλέπει να περνά η ζωή από μπροστά του, διαψεύδοντας τις προσδοκίες του και παραμένοντας στη μιζέρια, μη μπορώντας να αλλάξουν τη μοίρα τους. Αν ο Σακελλάριος δεν υπέκυπτε στην ευκολία κάποιων μελοδραματισμών και ορισμένων δραματικών ή κωμικών κλισέ, ίσως να είχε κάνει την καλύτερη ταινία του. Αντιθέτως, οι δυο πρωταγωνιστές και ειδικά η Βαλάκου δεν θα παραδοθούν στους μελοδραματισμούς και θα κρατήσουν το ενδιαφέρον της ταινίας ως το τέλος. Σεμνή για πάντα Θα ακολουθήσουν δυο δραματικές ταινίες του Νέστορα Μάτσα («Αθώα ή Ένοχη;» και «Ο Μετανάστης»), που με δυσκολία μπορούμε σήμερα να θυμηθούμε, παρά τα ευπρόσωπα καστ, ενώ θα εμφανιστεί για τελευταία φορά στο σινεμά, σε μία ταινία μικρού μήκους, «Το Νανούρισμα», του Βαγγέλη Καλαμπάκα, αποδεικνύοντας ότι είχε τόλμη και κουράγιο, αλλά και απεριόριστη εμπιστοσύνη στους νέους ανθρώπους. Η σεμνότητά της την ακολούθησε και στην προσωπική της ζωή. Δεν απασχόλησε ποτέ τον Τύπο, ενώ στα ψιλά πέρασε ακόμη και ο γάμος της με τον χειρουργό Αντώνη Τόμπλερ το 1960. Ένας γάμος που θα σβήσει αθόρυβα έπειτα από λίγα χρόνια, καθώς συνοδεύτηκε και από την απώλεια ενός παιδιού. Η Αντιγόνη Βαλάκου, που υπήρξε καθηγήτρια υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από το 1982 έως το 2007, μεταδίδοντας τις γνώσεις της στα νέα παιδιά, που αγαπούσε σαν δικά της, θα λάβει ακόμη μία τιμητική διάκριση, καθώς το Θέατρο Παλλάς στην Καβάλα θα μετονομαστεί σε Θέατρο Αντιγόνης Βαλάκου. Συμφιλιωμένη με τον θάνατο, θα αφήσει, ήσυχα, την τελευταία της πνοή σε ηλικία 83 χρόνων, στον Ευαγγελισμό, όπου νοσηλευόταν, αφήνοντάς μας ως παρακαταθήκη πέρα από την ερμηνευτική της δεινότητα, αξίες όπως η ευγένεια, η ταπεινότητα, την αγάπη για τους ανθρώπους.
more